«Ο εχθρός της αλήθειας στη σκηνή είναι η λήθη, ο ρόλος του θεάτρου είναι υπομνηστικός.»
Με αυτή τη φράση, στο νέο μας podcast, ο Γιώργος Κιμούλης συνοψίζει μια ολόκληρη κοσμοθεωρία για το θέατρο και τον άνθρωπο. Η συζήτησή μας κινήθηκε ανάμεσα στημνήμη και τη δημιουργία, στη σχέση του ηθοποιού με τον εαυτό του, στον τρόπο που η εργασία πάνω στη σκηνή μετατρέπεται σε πράξη αλήθειας. Μιλήσαμε για τηδιαφορά ανάμεσα στο “παίζω” και στο “εργάζομαι”, για τη μίμηση ως ανάκληση μνήμης και όχι ως απάτη, για τη φαντασία που θεμελιώνεται στη μελέτη και για τη διαρκή προσπάθεια του ηθοποιού να ολοκληρώσει το ανολοκλήρωτο. Το θέατρο, όπως το περιγράφει, δεν είναι αναπαράσταση αλλά υπενθύμιση. Είναι ένας διάλογος με το χρόνο και μια πράξη αντίστασης στη λήθη, μια ευθύνη απέναντι στο κοινό και στην αλήθεια.
Αγώνα και αγωνία κουβαλάνε η Γέφυρα και το θέατρό μας
Ο Νίκος Δαφνής μας μιλάει για τη διαδρομή του στο θέατρο, για τη στιγμή που γεννήθηκε ο Θίασος 81 και για το Θέατρο Κάτω από τη Γέφυρα, έναν χώρο που έγινε καταφύγιο, πεδίο μάχών και όνειρο μαζί. Οι πρώτοι στόχοι, οι ουτοπίες που άντεξαν ή χάθηκαν, οι μάχες που κερδήθηκαν και εκείνες που πόνεσαν, οι συνθήκες της καθημερινής δημιουργίας και οι στόχοι που ακόμη φωτίζουν τον δρόμο, όλα αυτά γίνονται υλικό μνήμης και στοχασμού που ο ίδιος μοιράζεται μαζί μας σε μια βαθιά ειλικρινή συζήτηση.
Ηθοποιός και γεννημένος συγγραφέας, ο Παναγιώτης Μέντης κουβαλάει από παιδί τη ματιά του σιωπηλού παρατηρητή. Από τη σκληρότητα του κόσμου αντλεί το υλικό που αργότερα μετασχηματίζει σε θεατρικό λόγο, δίνοντας φωνή σε ανθρώπους που δεν θα μπορούσαν να ακουστούν.   Μας μιλάει για τον τρόπο με τον οποίο οι ήρωές του τον οδηγούν στη γραφή, για τα γεγονότα πουτον ωθούν να δημιουργεί, για την απελπισία που γεννάει τους θεατρικούς του κόσμους. 
             Επίσης μας μιλάει για τις σημερινές συνθήκες του θεάτρου, για την πορεία του ελληνικού έργου, για τηγλώσσα των νέων συγγραφέων, για την ανάγκη διαφύλαξης της θεατρικής μας μνήμης και για την εξέλιξη των εργασιών αποκατάστασης του πολύτιμου υλικού του ΘεατρικούΜουσείου. Ευαίσθητος, συνειδητοποιημένος, αλλά και δυνατός, τονίζει πως τα τραύματα είναι πλούτος που γεννούν την καλλιτεχνική έκφραση.
Η Έλλη Φωτίου και ο Στέφανος Ληναίος ανήκουν σε μια γενιά ηθοποιών που συνέδεσαν την Τέχνη με την ηθική στάση, τη σκηνή με την κοινωνία, και το θέατρο με τον δημόσιο χώρο.
Η πορεία τους ταυτίστηκε με το λαϊκό θέατρο, το κοινωνικά στρατευμένο έργο και την έννοια του ηθοποιού – πολίτη.
Η ρεπερτοριακή τους πολιτική υπήρξε πάντα προσανατολισμένη στον κοινωνικό προβληματισμό και στην καθημερινότητα των απλών ανθρώπων.
Τρυφεροί, ευαισθητοποιημένοι, ιδεολόγοι, διατηρούν ένα καθαρό στίγμα που σχετίζεται με την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία , την αγάπη για το συνάνθρωπο.
Τους ευχαριστούμε θερμά για τη γενναιοδωρία τους και την αγάπη που τόσο απλόχερα μας προσέφεραν.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου συνεχίζει να μιλά για την Τέχνη του που γίνεται στάση ζωής. Την περιγράφει πάντα απλή, άμεση, βαθιά ανθρώπινη. Στο θέατρο υπηρέτησε την αλήθεια. Μιλάει για μια τέχνη που είναι εξ ορισμού πολιτική. Η θεατρική του ταυτότητα κουβαλάει τις μνήμες της λαϊκής τάξης και της Κατοχής. Ως παιδί που μεγάλωσε αντικρίζοντας τον θάνατο αναγνωρίζει μεγαλώνοντας την ανάγκη του να μιλάει δυνατά εδώ και τώρα κι αυτή η επίγνωση έγινε πυξίδα στο δρόμο του. Παρατηρεί πως από το 1974 κι έπειτα η πολιτικοποίηση στο θέατρο υποχώρησε, οι πραγματικές ανάγκες έγιναν πιο θολές, ο εχθρός λιγότερο ορατός. Το πολιτικό θέατρο, χωρίς ξεκάθαρο αντίπαλο, άρχισε να χάνει το στίγμα του. Όταν η φωνή των συγγραφέων ατόνησε, άρχισε ο ίδιος να γράφει, από ανάγκη. Και η κατηγορία πως αποφεύγει την πολιτική στη σκηνή; Τη σχολιάζει με απορία και πίκρα: «Το διανοείστε αυτό;»
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου ξεδιπλώνει τις μνήμες του και στο πρώτο μέρος της κουβέντας μας μας μιλάει γεμάτος αγάπη και ευγνωμοσύνη για τον αυστηρό, επιλεκτικό καιιδεολόγο δάσκαλό του Χρήστο Βαχλιώτη. Μοιράζεται μαζί μας και στιγμές μαθητείας και συνεργασίας με τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Θυμάται μια εποχή όπου στο θέατροσυνηθίζονταν οι πλάκες επί σκηνής. Μέσα από αυτές τις εμπειρίες ο ίδιος διαμορφώνεται ως δημιουργός που απαιτεί απόλυτη συνέπεια και σοβαρότητα απέναντι στο κοινό.Κουρασμένος από τις συνθήκες του θεάτρου στην πιο δύσκολη εποχή της Δικτατορίας δημιουργεί τα Βήματα, στην Κοκκινιά και μετά σαν εστία αντίστασης το θέατροΣτοά. Μιλάει για την εποχή που με τη στήριξη των φοιτητών και το κοινό να ξεχειλίζει από ορμή, κάθε παράσταση γινόταν αφορμή για κάτι μεγαλύτερο «συχνά ακολουθούσε διαδήλωση». Περίοδος κατά την οποία στη σκιά του θεάτρου, τα θεριά δεν ήταν φανταστικά, ήταν παρόντα. Όλες οι πρώτες του παραστάσεις, όπως τις θυμάται, ήταν πολιτικά επεισοδιακές. Εκεί, μέσα στις ρωγμές και την ένταση, γεννήθηκε το σύγχρονο ελληνικό θέατρο. Δεν ήταν μόνο η σκυτάλη από τον Κουν που πέρασε στα χέρια τους, ήταν και οι φωνές των νέων συγγραφέων που άρχισαν ναγράφουν τη δική τους ιστορία. Ο Ποντίκας, ο Διαλεγμένος, ο Σκούρτης, ο Μουρσελάς, έδιναν επίσης αγώνα μέσω των έργων τους.
Ο Κώστας Αρζόγλου, κεντρική μορφή του Ελεύθερου Θεάτρου, εκπροσωπεί εκείνο το θεατρικό «κίνημα» που αντιτάχθηκε στις θεσμικές νόρμες του Εθνικού Θεάτρου,φέρνοντας στο προσκήνιο έναν νέο ρεαλισμό με αυθόρμητο και άμεσο θεατρικό λόγο. Χαρακτηρίζει το ελεύθερο θέατρο ως «γέννημα της απελπισίας», μια πράξη συλλογικής αναζήτησης, όπου «έπαιζαν για να αρέσουν πρωτίστως ο ένας στον άλλο». Μέσα από κομβικές παραστάσεις, όπως ήταν Το Τραμ το Τελευταίο και η Μαντάμ Μπατερφλάι, αναγνωρίζει τις στιγμές θεατρικής τομής, όπουεπαναπροσδιορίζεται η σχέση του με τον ρόλο και τη σκηνή. Εστιάζει στην έννοια του λαϊκού θεάτρου, όχι ως απλουστευτική προσέγγιση, αλλά ως θεμέλιο άμεσηςεπικοινωνίας με τον θεατή. Το όραμά του για το «ΑΕΙΚΙΝΗΤΟ» αντανακλά μια ιδέα του θεάτρου ως καθαρής μεταφοράς, ενώ ορίζει το θέατρο ως έναν χώρο ανοιχτήςενδεχομενικότητας: ένα διαρκές «ΑΝ» και τονίζει πως η ουσία του ηθοποιού βρίσκεται στη συνεχή επανεκκίνηση. Η σκηνική πραγμάτωση είναι, πρωτίστως, μια πράξη «μηδενισμού» και αναγέννησης.
Στο δεύτερο μέρος της συνέντευξης, η Κάτια Γέρου σκιαγραφεί μια ζωή «γεμάτη εικόνες» στο πλευρό του Κυριάκου Κατζουράκη, μέσα από κοινές διαδρομές στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Οι καλλιτεχνικές τους συμπράξεις επικεντρώθηκαν στη ζωή και τη μαρτυρία των «άλλων» όπως οι μετανάστες. Εκφράζει την επιθυμία να σκηνοθετήσει Τον καλό άνθρωπο του Σε Τσουάν, υπογραμμίζοντας τη σκληρή αλήθεια του Μπρεχτ:σε έναν άδικο κόσμο η καλοσύνη καταρρέει. Αναδεικνύει την απλότητα ως ουσία της Τέχνης και της σκέψης. Πιστεύει ότι οι αγάπες μάς καθορίζουν και πως το θεμελιώδες ζητούμενο είναι ένας βαθύς ανθρώπινος στοχασμός γύρω από τη δικαιοσύνη. Κλείνει τη συνάντησή μας, χαρίζοντάς μας ένα απόσπασμα από την Αφηγήτρια ταινιών.
Η γλυκόλαλη Κάτια Γέρου αντιλαμβάνεται την υποκριτική τέχνη ως διαρκή μαθητεία και βαθιά υπαρξιακή πράξη και μιλάει με συγκίνηση για ένα «ευλογημένο επάγγελμα» πουμεταδίδεται σαν ποτάμι. Τρεις καθοριστικές φιγούρες ο Κάρολος Κουν, ο Γιώργος Λαζάνης και ο Κυριάκος Κατζουράκης λειτούργησαν ως καθρέφτες στη διαδρομή της, διαμορφώνοντας μια θεατρική ηθική βασισμένη στη μετριοφροσύνη. Μιλάει για το Θέατρο Τέχνης και υπογραμμίζει, ότι όπως συνέβη παλαιότερα με εκείνη, έτσι και στις μέρες μας η θεατρική μαθητεία λειτουργεί ως σχολείο ετοιμότητας και πνευματικής σκληραγώγησης, μια εμπειρία που ενδυναμώνει τόσο τον νου όσο και τηνκαρδιά. Τονίζει τον ρόλο του δασκάλου ως καλλιεργητή της ευαισθησίας και αναδεικνύει την αφήγηση ως θεμέλιο τηςκαλλιτεχνικής επικοινωνίας. Με τη δουλειά της τώρα στο έργο Η Αφηγήτρια Ταινιών, αλλά και με προηγούμενες παραστάσεις και κυρίως με τη συνολική συνεργασία της στο θέατρο και τον κινηματογράφο με τον σύντροφό της Κυριάκο Κατζουράκη επιμένει να προβάλλει σταθερά τη θεματική της ανθρώπινης αντοχής απέναντι στην πίκρα της ζωής.
Μιλάμε με τον ηθοποιό και δάσκαλο του θεάτρου Τάκη Χρυσικάκο. Με σταθερή πυξίδα την ελευθερία της έκφρασης και την αλήθεια του ρόλου, επέλεξε τον δύσκολο δρόμο: αυτόν της δικαιοσύνης, της πνευματικής καλλιέργειας και της αυθεντικότητας. Ένας δάσκαλος που, αντί για επιβολή, προσέφερε έμπνευση. Ένας καλλιτέχνης που δεν επαναπαύθηκε, μα συνέχισε να μαθαίνει και να διδάσκει με το ίδιο πάθος.
Μιλάμε με τον ηθοποιό και δάσκαλο του θεάτρου Τάκη Χρυσικάκο. Με σταθερή πυξίδα την ελευθερία της έκφρασης και την αλήθεια του ρόλου, επέλεξε τον δύσκολο δρόμο: αυτόν της δικαιοσύνης, της πνευματικής καλλιέργειας και της αυθεντικότητας. Ένας δάσκαλος που, αντί για επιβολή, προσέφερε έμπνευση. Ένας καλλιτέχνης που δεν επαναπαύθηκε, μα συνέχισε να μαθαίνει και να διδάσκει με το ίδιο πάθος.
Ο Νίκος Διαμαντής σκηνοθέτης, δάσκαλος του θεάτρου και καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, μας μιλάει για την πορεία του στο θέατρο, τα σχέδια και τα όνειρά του.
Μιλάμε με τον Αλέξανδρο Διαμαντή, συγγραφέα, μεταφραστή και σκηνοθέτη για τον τρόπο που βλέπει το θέατρο, τις σκέψεις, τα σχέδια και τα όνειρά του.
Η ηθοποιός Άννα Φόνσου μας μιλάει για τους ρόλους που έπαιξε, τις προκλήσεις που αντιμετώπισε, τις φιλίες που έκανε, τις χαρές και τις πίκρες που έζησε, τους παλιούς και τους νέους ηθοποιούς. Ακόμα μας μιλάει για το Σπίτι του Ηθοποιού.
Η ηθοποιός Άννα Φόνσου μας μιλάει για τα παιδικά της χρόνια , τη σχέση της με την Κυρία Κατερίνα, τα μπουλούκια, το θέατρο "Προσκήνιο" και τη συνεργασία της με τον Αλέξη Σολoμό και τον Αιμίλιο Χουρμούζιο. Ακόμα για συνεργασίες, φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις.
Μιλάμε με τον ηθοποιό Βασίλη Καΐλα για τα παιδικά του χρόνια, τις ταινίες και το θέατρο, τις εντυπώσεις, τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες του.