
Ο Κώστας Αρζόγλου, κεντρική μορφή του Ελεύθερου Θεάτρου, εκπροσωπεί εκείνο το θεατρικό «κίνημα» που αντιτάχθηκε στις θεσμικές νόρμες του Εθνικού Θεάτρου,φέρνοντας στο προσκήνιο έναν νέο ρεαλισμό με αυθόρμητο και άμεσο θεατρικό λόγο. Χαρακτηρίζει το ελεύθερο θέατρο ως «γέννημα της απελπισίας», μια πράξη συλλογικής αναζήτησης, όπου «έπαιζαν για να αρέσουν πρωτίστως ο ένας στον άλλο». Μέσα από κομβικές παραστάσεις, όπως ήταν Το Τραμ το Τελευταίο και η Μαντάμ Μπατερφλάι, αναγνωρίζει τις στιγμές θεατρικής τομής, όπουεπαναπροσδιορίζεται η σχέση του με τον ρόλο και τη σκηνή. Εστιάζει στην έννοια του λαϊκού θεάτρου, όχι ως απλουστευτική προσέγγιση, αλλά ως θεμέλιο άμεσηςεπικοινωνίας με τον θεατή. Το όραμά του για το «ΑΕΙΚΙΝΗΤΟ» αντανακλά μια ιδέα του θεάτρου ως καθαρής μεταφοράς, ενώ ορίζει το θέατρο ως έναν χώρο ανοιχτήςενδεχομενικότητας: ένα διαρκές «ΑΝ» και τονίζει πως η ουσία του ηθοποιού βρίσκεται στη συνεχή επανεκκίνηση. Η σκηνική πραγμάτωση είναι, πρωτίστως, μια πράξη «μηδενισμού» και αναγέννησης.