Τίτλος πρωτότυπου: William Olaf Stapledon "Star Maker" (1937)
Μέρος 1ο από 3 (Κεφάλαια Ι έως V)
Το Star Maker είναι ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Βρετανού συγγραφέα Olaf Stapledon, που εκδόθηκε το 1937. Συνεχίζοντας το θέμα του προηγούμενου βιβλίου του, Last and First Men (1930) — το οποίο αφηγούνταν την ιστορία του ανθρώπινου είδους σε διάστημα δύο δισεκατομμυρίων ετών — περιγράφει την ιστορία της ζωής στο σύμπαν, ξεπερνώντας σε κλίμακα το προηγούμενο έργο. Το Star Maker αντιμετωπίζει φιλοσοφικά θέματα όπως η ουσία της ζωής, της γέννησης, της φθοράς και του θανάτου, καθώς και η σχέση μεταξύ δημιουργίας και δημιουργού. Ένα κυρίαρχο θέμα είναι αυτό της προοδευτικής ενότητας εντός και μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών.
Ένας ανθρώπινος αφηγητής από την Αγγλία μεταφέρεται έξω από το σώμα του με ανεξήγητα μέσα. Συνειδητοποιεί ότι είναι σε θέση να εξερευνήσει το διάστημα και άλλους πλανήτες. Αφού εξερευνήσει με κάποια λεπτομέρεια έναν πολιτισμό σε έναν άλλο πλανήτη του γαλαξία μας, σε ένα επίπεδο ανάπτυξης παρόμοιο με το δικό μας που υπήρχε πριν από εκατομμύρια χρόνια, χιλιάδες έτη φωτός μακριά από τη Γη (η λεγόμενη «Άλλη Γη»), το μυαλό του συγχωνεύεται με αυτό ενός από τους κατοίκους του. Καθώς ταξιδεύουν μαζί, ενώνονται με ακόμα περισσότερα μυαλά. Αυτή η διαδικασία που εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς συνοδεύεται από την επέκταση της κλίμακας του βιβλίου, που περιγράφει όλο και περισσότερους πλανήτες με όλο και λιγότερες λεπτομέρειες.
Ορισμένα από τα στοιχεία και τα θέματα που συζητούνται εν συντομία προαναγγέλλουν μεταγενέστερα έργα φαντασίας σχετικά με τη γενετική μηχανική και τις εξωγήινες μορφές ζωής. Ο Arthur C. Clarke θεωρούσε το Star Maker «πιθανώς το πιο ισχυρό έργο φαντασίας που γράφτηκε ποτέ», ενώ ο Brian W. Aldiss το αποκάλεσε «το μοναδικό μεγάλο γκρίζο ιερό βιβλίο της επιστημονικής φαντασίας».
Το μυθιστόρημα είναι ένα από τα πιο αναγνωρισμένα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας. Κατά την έκδοσή του, το Star Maker έλαβε κριτικές θαυμασμού από τους L. P. Hartley, Bertrand Russell και Howard Spring. Μετά την έκδοση του Star Maker, τόσο η Virginia Woolf όσο και ο C. E. M. Joad έγραψαν επιστολές στον Stapledon επαινώντας το βιβλίο. Οι θαυμαστές του κατά την πρώτη έκδοσή του το θεωρούσαν ένα από τα πιο λαμπρά, ευρηματικά και τολμηρά βιβλία επιστημονικής φαντασίας. Μεταξύ των πιο διάσημων θαυμαστών του ήταν οι H. G. Wells, Jorge Luis Borges, Brian Aldiss, Doris Lessing και Stanisław Lem. Ο Borges έγραψε πρόλογο για την έκδοση του 1965 και το χαρακτήρισε «ένα θαυμαστό μυθιστόρημα». Η Lessing έγραψε επίλογο για μια έκδοση στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Freeman Dyson ήταν επίσης θαυμαστής του βιβλίου, παραδεχόμενος ότι βασίστηκε σε ένα τμήμα του για να διαμορφώσει την ιδέα του για τις σφαίρες Dyson, αποκαλώντας μάλιστα την ιδέα «σφαίρα Stapledon» ως πιο κατάλληλο όνομα για αυτήν. Μεταξύ των συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας, ο Arthur C. Clarke έχει επηρεαστεί περισσότερο από τον Stapledon.
Μερικοί από τους συγχρόνους του Stapledon ήταν αποτροπιασμένοι από τη φιλοσοφία του βιβλίου: σε μια επιστολή προς τον Arthur C. Clarke το 1943, ο C. S. Lewis περιέγραψε το τέλος ως «καθαρή λατρεία του διαβόλου». Ο Simon Blumenfeld στο τεύχος του Αυγούστου 1937 του Left Review έδωσε επίσης αρνητική κριτική στο μυθιστόρημα. Ο Blumenfeld είπε ότι ο Stapledon ανήκε σε μια ομάδα «ουτοπιστών» που δεν ενδιαφέρονταν για τον σύγχρονο κόσμο και τα προβλήματά του.
Πηγή ανάλυσης:
https://en.wikipedia.org/wiki/Star_Maker
Εικόνα το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://gutenberg.net.au/ebooks06/0601841.txt
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Vernon Lee "Amour Dure"
Διήγημα από τη συλλογή "Hauntings - Fantastic Stories" (1890)
Vernon Lee ήταν το ψευδώνυμο της γαλλικής καταγωγής βρετανίδας συγγραφέως Violet Paget (14 Οκτωβρίου 1856 – 13 Φεβρουαρίου 1935). Σήμερα είναι γνωστή κυρίως για τα υπερφυσικά μυθιστορήματά της και το έργο της στον τομέα της τέχνης. Ως πρώιμη οπαδός του Walter Pater, έγραψε πάνω από δώδεκα τόμους με δοκίμια για την τέχνη, τη μουσική και τα ταξίδια.
Το "Amour Dure" είναι μια υπερφυσική ιστορία που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο Murray’s Magazine και στη συνέχεια συμπεριλήφθηκε στη συλλογή Hauntings το 1890. Είναι ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα βικτοριανής ιστορίας φαντασμάτων και έχει ανατυπωθεί σε πολλές ανθολογίες. Η ιστορία καλύπτει την περίοδο από τον Αύγουστο έως τον Δεκέμβριο του 1885 και είναι γραμμένη ως μια σειρά ημερολογιακών σημειώσεων του Spiridion Trepka, ενός νεαρού Πολωνού μελετητή που εργάζεται σε ένα γερμανικό πανεπιστήμιο και έχει πρόσφατα φτάσει στην φανταστική ιταλική πόλη Urbania για να γράψει ένα ιστορικό έργο. Ενώ εργάζεται στα αρχεία της πόλης, γοητεύεται από την ιστορία μιας μυστηριώδους γυναίκας του 16ου αιώνα, της Medea di Carpi, της οποίας οι πολλοί μνηστήρες βρήκαν βίαιο θάνατο και η οποία δολοφονήθηκε κατόπιν εντολής του κουνιάδου της, του δούκα Robert. Ο Spiridion γίνεται όλο και πιο εμμονικός με τη Medea και παραμελεί το ακαδημαϊκό του έργο για να αναζητήσει ίχνη της ζωής της. Ο Σπυρίδιον γοητεύεται ιδιαίτερα από μια μικρογραφία πορτρέτου που ανακαλύπτει, στην οποία η Μήδεια φοράει ένα κολιέ με την επιγραφή «Amour Dure — Dure Amour» (αγάπη που διαρκεί — σκληρή αγάπη).
Το «Amour Dure» αντλεί έμπνευση από ένα ευρύ φάσμα λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών πηγών. Η Μήδεια πήρε το όνομά της από τη γυναίκα της ελληνικής μυθολογίας που σκότωσε τα ίδια της τα παιδιά για να τιμωρήσει τον άπιστο σύζυγό της. Η ιστορία επηρεάζεται άμεσα από ρομαντικούς συγγραφείς όπως ο E.T.A. Hoffmann και ο Theophile Gautier, των οποίων οι υπερφυσικές ιστορίες συχνά αφορούσαν παράξενες στοιχειώσεις από το παρελθόν. Ο Lee αντλεί επίσης έμπνευση από τη γοητεία που ασκούσε η Ιταλία της Αναγέννησης σε πολλούς βικτοριανούς συγγραφείς, όπως ο Robert Browning και ο Walter Pater. Τέλος, η περιγραφή του Lee για τα πορτρέτα της Medea παραπέμπει σε ένα πορτρέτο του 16ου αιώνα μιας γυναίκας ονόματι Lucrezia Panciatichi, έργο του Ιταλού ζωγράφου Agnelo Bronzino.
Αν και έχει τη μορφή ιστορίας με φαντάσματα, το «Amour Dure» αφορά επίσης την ιστορία. Γράφοντας με τη φωνή ενός εμμονικού άνδρα μελετητή, ο Lee υπογραμμίζει τις προβληματικές επιθυμίες που κινητοποιούν τη σχέση μας με το παρελθόν. Ο Spiridion ξεκινά ως μελετητής της ιστορίας, αλλά καταλήγει να μην μπορεί να διακρίνει μεταξύ αντικειμενικών γεγονότων και υποκειμενικών επιθυμιών. Με αυτόν τον τρόπο, ο Lee υποδηλώνει ότι η βικτοριανή γοητεία για το παρελθόν είναι συχνά μια συγκαλυμμένη απόλαυση προσωπικών φαντασιώσεων. Ο Lee σχολιάζει επίσης το ρόλο των γυναικών στην ιστορία. Η Μήδεια φαίνεται να είναι μια femme fatale (θανατηφόρα γυναίκα), αλλά στην πορεία της ιστορίας ο Lee υπονοεί ότι είναι αδίστακτη ως αποτέλεσμα των περιστάσεων και όχι της φύσης της. Περνώντας από τον έναν άνδρα στον άλλο, η Μήδεια μπορεί να αποκτήσει την ελευθερία της μόνο χρησιμοποιώντας την ομορφιά της για να ελέγχει τους ισχυρούς. Η φάντασματική αποπλάνηση του Σπυρίδιου από τη Μήδεια είναι μια ακόμη προσπάθεια να αντιστρέψει την κατάσταση σε βάρος των ανδρών που επιδιώκουν να την καθορίσουν και να την ελέγξουν.
Πηγή ανάλυσης:
https://literariness.org/2022/04/29/analysis-of-vernon-lees-amour-dure/
Εικόνα:
Agnolo Bronzino - Lucrezia Panciatichi - Uffizi Gallery Florence Italy
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.gutenberg.org/ebooks/9956
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Iginio Ugo Tarchetti "Le Leggende del Castello Nero"
Διήγημα από τη συλλογή "Racconti Fantastici" (1869)
Ο Iginio (ή Igino) Ugo Tarchetti (29 Ιουνίου 1839 – 25 Μαρτίου 1869) ήταν Ιταλός συγγραφέας, ποιητής και δημοσιογράφος της πρώτης γενιάς της Λομβαρδικής γραμμής και θεωρείται ο πρώτος δημιουργός γοτθικής λογοτεχνίας στην Ιταλία. Η πρώτη έκδοση των «Racconti fantastici» τοποθετείται το 1869 στη Μιλάνο, εκεί όπου Tarchetti συμμετέχει στο κίνημα της Scapigliatura. Ο Tarchetti, ως μέλος του κινήματος της Scapigliatura, υιοθετεί έναν αντισυμβατικό τρόπο γραφής: συνδυάζει την αναζήτηση του υπερφυσικού με την αισθητική της φθοράς, της ψυχολογικής έντασης και της ασυνήθιστης γλώσσας. Η Scapigliatura ήταν ένα παράρρημα της ιταλικής ρομαντικής-μεταρομαντικής παράδοσης που αντιδρούσε στο κυρίαρχο αστικό - κανονιστικό πρότυπο της εποχής. Τα κείμενα της συλλογής αντανακλούν την «αντισυμβατικότητα», τον πειραματισμό με το γοτθικό και υπερφυσικό στοιχείο, την επικράτηση ατμόσφαιρας αβεβαιότητας και ψυχικής έντασης. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται θέματα όπως η φθορά, ο θάνατος, η εσωτερική αγωνία, το όνειρο και το υπερβατικό. Πέραν της λογοτεχνικής τάσης, το εκδοτικό περιβάλλον της δεκαετίας του 1860 στην Ιταλία εμπεριείχε τα στοιχεία της εξάπλωσης του περιοδικού Τύπου, των λογοτεχνικών σωματείων και των επανεκδόσεων σε συλλογές. Ο Tarchetti, ως ένθερμος της Scapigliatura, θέλησε να συνδυάσει το σύντομο αφηγηματικό είδος με το «fantastico», μια φόρμα που ήταν λιγότερο κανονικοποιημένη στο ιταλικό αφήγημα εκείνης της εποχής.
Το κείμενό του Tarchetti δείχνει σαφή επιρροή από τους Edgar Allan Poe και E. T. A. Hoffmann, κυρίως στην χρήση της ατμόσφαιρας τρόμου, της ασάφειας μεταξύ πραγματικού και φανταστικού και της υπαρξιακής αγωνίας. Η γραφή του χαρακτηρίζεται από αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, με έντονη αυτοαναφορικότητα και κατάδυση στην υποκειμενική εμπειρία, χρήση μεγάλων περιγραφών του φυσικού τοπίου και του κάστρου ως σύμβολα της ψυχικής κατάστασης του αφηγητή και συνδυασμό ρομαντικού στοιχείου με το στοιχείο του μακάβριου και του αλλόκοτου.
Το διήγημα μπορεί να διαβαστεί ως αναζήτηση ταυτότητας: ο αφηγητής προσπαθεί να συνδέσει το παρόν του με ένα ασαφές παρελθόν, και το κάστρο λειτουργεί ως τοποθεσία της μνήμης, του μυστηρίου και της ενοχής. Ταυτόχρονα, η γυναίκα στο κάστρο και ο άνδρας στο μνημείο συμβολίζουν την εξωτερικευμένη μορφή μιας εσωτερικής κατάστασης—ο έρωτας, η απώλεια, η φθορά του σώματος και της ψυχής. Με άλλα λόγια, η ψυχή του αφηγητή ζητά λύτρωση από κάτι που δεν μπορεί να κατανοήσει με τη λογική. Η αίσθηση της «επιμονής του παρελθόντος» ενσωματώνεται στο όνειρο, στη μεταφορά της εμπειρίας δια μέσου των χρόνων. Ο συγγραφέας φαίνεται να επιμένει πως η πραγματικότητα δεν είναι αυτή που αντιλαμβανόμαστε άμεσα, αλλά μια σειρά θεάσεων, υποβόσκουσών παραισθήσεων και ενοχικών δυνάμεων που αναδύονται στο ασυνείδητο. Αυτό το στοιχείο κάνει το έργο του Tarchetti ιδιαίτερα σημαντικό στην ιταλική γοτθική παράδοση.
Το «Leggende del castello nero» αποτελεί ένα έργο που συνδυάζει γοτθική ατμόσφαιρα, ψυχολογική ένταση και υπαρξιακή αγωνία. Μέσα από την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, η οποία κινείται στα όρια ονείρου και πραγματικότητας, ο Tarchetti διερευνά θέματα όπως η θνητότητα, η φθορά του σώματος, η αίσθηση του ενοχικού παρελθόντος και η αδυναμία της λογικής να συλλάβει ό,τι συμβαίνει «πίσω» από τις αισθήσεις. Το κάστρο, ως τόπος σκιώδης και άχρονος, γίνεται σύμβολο αυτού που δεν μπορεί να ειπωθεί, αλλά μόνον να βιωθεί.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.gutenberg.org/ebooks/28867
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Jack London "The Scarlet Plague" (1910)
Το The Scarlet Plague είναι ένα μετα-αποκαλυπτικό μυθιστόρημα του Αμερικανού συγγραφέα Jack London, που γράφτηκε το 1910, αλλά δημοσιεύτηκε πρώτη φορά σε συνέχειες μέχρι το τεύχος Μαΐου-Ιουνίου 1912 του London Magazine. Η ιστορία διαδραματίζεται το 2073, εξήντα χρόνια μετά από μια ανεξέλεγκτη επιδημία, τον Κόκκινο Θάνατο, που έχει αποδεκατίσει τον πλανήτη. Ο Λόντον δημοσίευσε το The Scarlet Plague σε μορφή βιβλίου (1915) σε μια περίοδο της καριέρας του που οι βιογράφοι και οι κριτικοί έχουν χαρακτηρίσει ως «επαγγελματική παρακμή», από τον Σεπτέμβριο του 1912 έως τον Μάιο του 1916. Σε αυτή την περίοδο, σταμάτησε να γράφει μικρά έργα και στράφηκε σε μεγαλύτερα, όπως τα The Abysmal Brute (1913), John Barleycorn (1913), The Mutiny of the Elsinore (1914), The Star Rover (1915), μεταξύ άλλων. The Scarlet Plague ανατυπώθηκε αργότερα στο τεύχος του Φεβρουαρίου 1949 του Famous Fantastic Mysteries. Οι αναγνώστες εντυπωσιάστηκαν από το γεγονός ότι ο Λόντον φαινόταν να έχει προβλέψει τις ανησυχίες της Ατομικής Εποχής. Ο Τζακ Λόντον εμπνεύστηκε εν μέρει από το διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε «Η μάσκα του κόκκινου θανάτου» (1842), αν και ο ίδιος ο ιός έχει διαφορετικά συμπτώματα.
Η μυθοπλασία του Τζακ Λόντον δεν συνδέεται συνήθως με το χώρο της φανταστικής ή ακόμη και της επιστημονικής φαντασίας, καθώς τα έργα του ασχολούνται κυρίως με τη φύση και την περιπέτεια. Ωστόσο, ήδη από το 1908, με το μυθιστόρημα The Iron Heel, ο Λόντον δημιούργησε ένα έργο φανταστικής μυθοπλασίας που απεικόνιζε ένα πιθανό μέλλον. Το The Star Rover, που εκδόθηκε την ίδια χρονιά με το The Scarlet Plague, περιέχει στοιχεία φαντασίας και επιστημονικής φαντασίας στο σκηνικό της φυλακής, ενώ το διήγημα «The Red One», που εκδόθηκε μετά θάνατον, έχει μια νότα επιστημονικής φαντασίας στον πυρήνα του. Αυτά τα έργα δεν αποτελούν ανωμαλίες στη συγγραφική παραγωγή του συγγραφέα, αλλά μάλλον δείχνουν ότι ο Λόντον ήταν ενήμερος για το έργο άλλων συγγραφέων της εποχής του και, ενδεχομένως, υποδηλώνουν μια κατεύθυνση που θα μπορούσε να είχε εξερευνήσει πληρέστερα αν είχε ζήσει περισσότερο.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, το έργο του Ιουλίου Βερν μεταφράστηκε στα αγγλικά και τα διηγήματα και τα μυθιστορήματα του Χ. Τζ. Γουέλς εμφανίστηκαν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ο Ambrose Bierce ήταν γνωστός για τις φανταστικές του ιστορίες, όπως το «An Occurrence at Owl Creek Bridge», και ήταν επίσης κατά τη διάρκεια της ζωής του London που ο Edgar Rice Burroughs δημιούργησε το πρωτοποριακό διαπλανητικό έργο επιστημονικής φαντασίας, A Princess of Mars (1912).
Πιθανότατα, το The Scarlet Plague θα είχε από καιρό καταλήξει σε ένα ράφι με περίεργα βιβλία, καθώς η οπτική του Λοντον για τη μελλοντική ζωή και τεχνολογία δεν είναι τόσο προοδευτική όσο αυτή ορισμένων από τους συγχρόνους του. Ωστόσο, ως έργο φανταστικής λογοτεχνίας, το μυθιστόρημα του Λοντον ήταν τρομακτικά προφητικό. Μέσα σε 3 χρόνια από την έκδοση του The Scarlet Plague το 1915, ξέσπασε η πανδημία της γρίπης του 1918-1919. Η γρίπη σκότωνε γρήγορα, αν και όχι τόσο γρήγορα όσο περιγράφεται στο μυθιστόρημα του Λοντον, και προσβλήθηκαν άνθρωποι στην ακμή της ζωής τους, αντί για νέους και ηλικιωμένους, που είναι τα συνήθει θύματα της γρίπης. Αν και οι ακριβείς αριθμοί δεν θα γίνουν ποτέ γνωστοί, εκτιμάται ότι 675.000 θύματα πέθαναν στις ΗΠΑ και ότι μεταξύ 30 και 40 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε όλο τον κόσμο: σχεδόν το 2% του συνολικού παγκόσμιου πληθυσμού. Πολλά από τα θέματα και τις ιδέες που βρίσκονται στο The Scarlet Plague εμφανίζονται και στα έργα μεταγενέστερων συγγραφέων.
Η εικόνα είναι το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του έργου σε βιβλίο.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.gutenberg.org/ebooks/21970
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Camille Flammarion "La Fin du Monde" (1893)
Τίτλος αγγλικής μετάφρασης: Omega: The Last days of the World
Ο Nicolas Camille Flammarion (26/2/1842–3/6/1925) ήταν Γάλλος αστρονόμος και συγγραφέας. Ήταν παραγωγικός συγγραφέας με περισσότερα από πενήντα έργα, μεταξύ των οποίων δημοφιλή επιστημονικά έργα για την αστρονομία, αρκετά αξιόλογα πρώιμα επιστημονικά φανταστικά μυθιστορήματα και έργα για την ψυχική έρευνα. Το 1882 ο Φλαμμαριόν ίδρυσε το περιοδικό L'Astronomie, που εκδίδεται μέχρι σήμερα και ήταν, μετά τη «Λαϊκή Αστρονομία», ο μεγαλύτερος σταθμός για την εκλαΐκευση της επιστήμης αυτής στο ευρύ κοινό. Στη συνέχεια ίδρυσε τη Γαλλική Αστρονομική Εταιρεία, της οποίας υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος. Συνολικά συνέγραψε πάνω από 50 βιβλία, τόσο εκλαϊκευτικά επιστημονικά όσο και φιλοσοφικά δοκίμια, ακόμα και μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας. Υπήρξε ο πρώτος που πρότεινε τα ονόματα Τρίτων και Αμάλθεια για τους δορυφόρους αυτούς του Ποσειδώνα και του Δία. Η μεγαλύτερη επιθυμία του ήταν να αποκτήσει ένα δικό του αστεροσκοπείο, όπου θα μπορούσε να αφοσιωθεί στις μελέτες του χωρίς περιορισμούς και το 1882 ο βαθύπλουτος Meret, θαυμαστής των έργων του, του προσέφερε έκταση στο Juvisy-sur-Orge όπου κτίσθηκε ένα αστεροσκοπείο εξοπλισμένο με τηλεσκόπιο διαμέτρου 24 cm. Από εκεί ο Φλαμμαριόν παρατήρησε την αντίθεση του Άρη το 1884. Το Αστεροσκοπείο του Ζιβισύ έγινε σύντομα τόπος αναφοράς για όλους όσους είχαν έντονο ενδιαφέρον για την Αστρονομία.
Το τέλος του Κόσμου είναι ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας που αρχικά δημοσιεύθηκε σε συνέχειες το 1893 στο περιοδικό Revue illustrée και, όταν εκδόθηκε σε βιβλίο την επόμενη χρονιά συνοδεύτηκε από πολλές εικόνες που φιλοτέχνησαν είκοσι δύο σχεδιαστές. Το μυθιστόρημα προσαρμόστηκε στον κινηματογράφο το 1931 από τον Abel Gance.
Το έργο αυτό είναι ταυτόχρονα επιστημονική φαντασία και επιστημονικό-φιλοσοφικό δοκίμιο, στο οποίο ο αστρονόμος και διαφωτιστής σκιαγραφεί το μέλλον της ανθρωπότητας. Αν και ο Φλαμαριόν αξιοποιεί τις ικανότητές του ως διαφωτιστής για να παρουσιάσει ένα ευρύ φάσμα των προόδων της ανθρωπότητας κατά τη διάρκεια των αιώνων, σε όλη την αφήγησή του επαναλαμβάνει συνεχώς το θέμα του τέλους της Γης. Ενώ στο πρώτο μέρος επαναλαμβάνει σημεία που είχε ήδη εκθέσει πολλά χρόνια νωρίτερα στο έργο του "Οι φανταστικοί και οι πραγματικοί κόσμοι" (1865), σχετικά κυρίως με τις αστρονομικές του θεωρίες για τους πλανήτες του ηλιακού συστήματος, στη συνέχεια επαναλαμβάνει αποσπάσματα από το μυθιστόρημά του για να συνθέσει τα άρθρα "Πώς θα έρθει το τέλος του κόσμου" και "Μετά το θάνατο της Γης", που δημοσιεύτηκαν στη συλλογή Excursions dans le ciel (1898). Τέλος αποτίει φόρο τιμής στο έργο του Jean-Baptiste Cousin de Grainville, "Le Dernier Homme" (1805), ονομάζοντας τον ήρωά του Omégar, ως πρόγονο του. Εκτός από την αναφορά στο πατρώνυμο, το τέλος του έργου φαίνεται να είναι έντονα εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα του Grainville.
Πρώτο Μέρος - Στον 25ο Αιώνα - Οι Θεωρίες
00:00:08 - I — Η ουράνια απειλή
00:26:38 - II — Ο κομήτης
00:49:09 - III — Η συνεδρίαση του Ινστιτούτου
01:34:51 - IV — Πώς θα τελειώσει ο κόσμος
02:45:02 - V — Το Συμβούλιο του Βατικανού
03:00:06 - VI — Η πίστη στο τέλος του κόσμου μέσα στους αιώνες
03:49:43 - VII — Η σύγκρουση
Δεύτερο Μέρος - Σε 10 εκατομμύρια χρόνια
04:19:47 - I — Τα στάδια του μέλλοντος
04:41:39 - II — Οι μεταμορφώσεις
05:02:45 - III — Η κορύφωση
05:33:42 - IV — Vanitas vanitatum
05:50:39 - V — Ωμέγα
06:03:45 - VI — Εύα
06:03:45 - VII — Τελευταία μέρα
Επίλογος - Μετά το τέλος του γήινου κόσμου
06:14:25 - Φ
06:21:28 - Χ
06:28:17 - Ψ
06:33:12 - Ω
06:40:46 - Α
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ μεταφρασμένο στα αγγλικά:
https://www.gutenberg.org/ebooks/57489
Κι εδώ το πρωτότυπο στα γαλλικά:
https://fr.wikisource.org/wiki/La_Fin_du_monde
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Friedrich Heinrich Karl de la Motte Fouqué "Undine" (1811)
Ουντίνε είναι νουβέλα του Φρίντριχ ντε λα Μοτ Φουκέ που δημοσιεύτηκε το 1811. Η υπόθεση αναφέρεται στο υδάτινο πνεύμα Ουντίνε και τον έρωτά της με έναν ιππότη. Ουντίνες είναι υδάτινα πνεύματα της γερμανικής μυθολογίας, που σε αντίθεση με τις γοργόνες δεν ζούσαν στη θάλασσα, αλλά στα βάθη των ποταμών και των λιμνών. Η ιστορία είναι γραμμένη σαν παραμύθι με απλές τοποθεσίες και χαρακτήρες, το δάσος, η καλύβα του ψαρά, το κάστρο του ιππότη, ο ιππότης, η νύφη και η αντίζηλη. Διαδραματίζεται στον Μεσαίωνα κάπου στη Σουαβία.
Η ιστορία είναι εμπνευσμένη από τα έργα του αποκρυφιστή Παράκελσου ο οποίος στο βιβλίο του για τις Νύμφες αναφέρει ότι οι Ουντίνες μπορούν να αποκτήσουν αθάνατη ψυχή εάν παντρευτούν έναν άνθρωπο. Οι μύθοι τους συνδέονται με τον γαλλικό μύθο της Μελουζίν, στον οποίο ένα υδάτινο πνεύμα παντρεύεται έναν ιππότη με την προϋπόθεση ότι δεν θα τη δει ποτέ τα Σάββατα, οπότε ξαναβρίσκει το σχήμα της γοργόνας. Σχετική είναι και η γερμανική μυθιστορία Πέτερ φον Στάουφενμπεργκ (1310), στην οποία μια νεράιδα σκοτώνει τον εραστή της όταν αυτός παντρεύεται μια γυναίκα. Ο Fouqué μπορεί να επηρεάστηκε πιο άμεσα από το Comte de Gabalis, ένα μυθιστόρημα των Ροζικρουσιανών που διασκεύαζε τις ιδέες του Paracelsus. Ένα άλλο πρότυπο ήταν πιθανώς η όπερα του 1798 Das Donauweibchen, η οποία —όπως και η Undine— διαδραματίζεται γύρω από τον Δούναβη και παρουσιάζει ένα ερωτικό τρίγωνο μεταξύ ενός άνδρα, μιας γυναίκας και μιας νύμφης του νερού.
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το βιβλίο ήταν πολύ δημοφιλές. Ο George MacDonald θεωρούσε το Undine «το πιο όμορφο» από όλα τα παραμύθια, ενώ ο Lafcadio Hearn αναφερόταν στο Undine ως «εξαιρετική γερμανική ιστορία» στο δοκίμιό του «Η αξία του υπερφυσικού στη μυθοπλασία». Οι αναφορές στην Undine σε έργα όπως το The Daisy Chain της Charlotte Mary Yonge και το Little Women της Louisa Alcott δείχνουν ότι ήταν ένα από τα πιο αγαπημένα βιβλία για πολλά παιδιά του 19ου αιώνα.
Είναι χαρακτηριστικό του γερμανικού ρομαντισμού, ένα από τα σημαντικότερα αυτής της εποχής και επηρέασε πολλά μουσικά, λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά έργα. Η πρώτη διασκευή της Undine ήταν η όπερα του E. T. A. Hoffmann το 1816. Ήταν μια συνεργασία μεταξύ του Hoffmann, ο οποίος συνέθεσε τη μουσική, και του Fouqué, ο οποίος διασκεύασε το δικό του έργο σε λιμπρέτο. Η όπερα αποδείχθηκε πολύ επιτυχημένη και ο Carl Maria von Weber την εξήρε στην κριτική του ως το είδος της σύνθεσης που επιθυμούν οι Γερμανοί.
Στη δεκαετία του 1830, η νουβέλα μεταφράστηκε σε δακτυλικό εξάμετρο από τον ρομαντικό ποιητή Βασίλι Ζουκόφσκι. Αυτή η μετάφραση σε στίχους έγινε κλασική από μόνη της και αργότερα αποτέλεσε τη βάση για το λιμπρέτο της οπερατικής διασκευής του Τσαϊκόφσκι, της οποίας αποσπάσματα παρουσιάστηκαν στη Μόσχα το 1870. Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν επηρεάστηκε από την απεικόνιση των ψυχών στο Undine ενώ έγραφε το «Η Μικρή Γοργόνα».
Κινηματογραφικές διασκευές:
2009, Ondine, μια ιρλανδική ρομαντική δραματική ταινία, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Neil Jordan, με πρωταγωνιστές τους Colin Farrell και Alicja Bachleda. Η ταινία γυρίστηκε στο Castletownbere και αναφέρεται στην πιθανή ύπαρξη του μυθικού selkie που φέρνει ελπίδα και αγάπη στην ανθρωπότητα.
2020, Undine, μια γερμανό-γαλλική ρομαντική φανταστική ταινία σε σκηνοθεσία του Christian Petzold. Έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στις 23 Φεβρουαρίου 2020 στο 70ό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, όπου επιλέχθηκε για να διαγωνιστεί για το Χρυσό Αρκούδα στην ενότητα του διαγωνισμού. Η Paula Beer κέρδισε την Ασημένια Άρκτο για την Καλύτερη Ηθοποιό.
Εικόνα: John William Waterhouse - Undine (1872)
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ: https://www.projekt-gutenberg.org/fouque/undine/undine.html
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Robert E. Howard "Red Nails" (1936)
Το «Red Nails» είναι η τελευταία από τις ιστορίες με πρωταγωνιστή τον Κόναν τον Κιμμέριο, που γράφτηκε από τον Χάουαρντ. Πρόκειται για μια νουβέλα που αρχικά δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό Weird Tales από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο του 1936, τους μήνες μετά την αυτοκτονία του Χάουαρντ. Η ιστορία διαδραματίζεται στην φανταστική Υβοριανή Εποχή και αφορά τον Κόναν που εισέρχεται σε μια χαμένη πόλη, οι εκφυλισμένοι κάτοικοι της οποίας είναι μπλεγμένοι σε μια αιματηρή βεντέτα. Λόγω των σκοτεινών θεμάτων της, όπως η παρακμή και ο θάνατος, η ιστορία θεωρείται κλασική της παράδοσης του Κόναν, ενώ παράλληλα αναφέρεται από τους μελετητές του Χάουαρντ ως μία από τις καλύτερες ιστορίες του.
Οι ιστορίες του Χάουαρντ εκφράζουν συχνά την πεποίθηση του συγγραφέα ότι οι πολιτισμοί φέρουν τους σπόρους της ίδιας τους της καταστροφής. Ο Howard βρήκε στο είδος της χαμένης πόλης ένα μέσο για να εκφράσει αυτές τις απόψεις. Στις αρχές του 1935, σχολίασε «όταν ένας πολιτισμός αρχίζει να παρακμάζει και να πεθαίνει, το μόνο πράγμα που σκέφτονται οι άνδρες και οι γυναίκες είναι η ικανοποίηση των σωματικών τους επιθυμιών. Ασχολούνται αποκλειστικά με το σεξ. Αυτό επηρεάζει τους νόμους τους, τη θρησκεία τους — κάθε πτυχή της ζωής τους. Δουλεύω πάνω σε μια ιστορία σαν αυτή τώρα — μια ιστορία του Κόναν. Όταν έχεις έναν πολιτισμό που πεθαίνει, ο φυσιολογικός, αποδεκτός τρόπος ζωής δεν είναι αρκετά ισχυρός για να ικανοποιήσει τις καταραμένες ακόρεστες ορέξεις των εταίρων και, τελικά, όλων των ανθρώπων. Στρέφονται προς τον λεσβιακό έρωτα και πράγματα σαν αυτό για να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Θα το ονομάσω "Η Κόκκινη Φλόγα του Πάθους"». Η ιδέα που θα γινόταν το «Red Nails» συνέχισε να ωριμάζει στο μυαλό του και αργότερα εκείνο το έτος άρχισε να γράφει την ιστορία. Θα ήταν η τελευταία μεγάλη φανταστική ιστορία που θα ολοκλήρωνε.
Το 1935 ο Χάουαρντ βρέθηκε να επιβαρύνεται με ιατρικά έξοδα για τη θεραπεία της άρρωστης μητέρας του. Η πληρωμή από το Weird Tales γινόταν όλο και πιο αβέβαιη. Στις αρχές Μαΐου έγραψε στον εκδότη του, Φάρνσγουορθ Ράιτ, παρακαλώντας τον να του πληρώσει τα χρήματα που του όφειλε. Τότε το Weird Tales όφειλε στον Χάουαρντ πάνω από οχτακόσια δολάρια για ιστορίες που είχαν ήδη δημοσιευτεί. Ο Ράιτ πλήρωνε τον Χάουαρντ σε μηνιαίες δόσεις, αλλά οι επιταγές σταμάτησαν ακριβώς όταν ο Χάουαρντ τις χρειαζόταν: «Μια μηνιαία επιταγή από το Weird Tales μπορεί να σημαίνει για μένα τη διαφορά μεταξύ μιας ζωής που είναι τουλάχιστον ανεκτή και ένας Θεός μόνο ξέρει τι».
Στις 22 Ιουλίου 1935, ο Χάουαρντ έστειλε το χειρόγραφό του «Red Nails» στο Weird Tales. Την ίδια εποχή, μοιράστηκε τις σκέψεις του με τον Κλαρκ Άστον Σμιθ: «Έστειλα χθες ένα σενάριο στον Ράιτ το οποίο ελπίζω ειλικρινά να του αρέσει. Είναι η πιο ζοφερή, αιματηρή και ανελέητη ιστορία της σειράς μέχρι τώρα. Ίσως περιέχει υπερβολικά πολύ ωμό κρέας, αλλά απλώς απεικόνισα αυτό που ειλικρινά πιστεύω ότι θα ήταν οι αντιδράσεις ορισμένων τύπων ανθρώπων στις καταστάσεις στις οποίες βασίζεται η πλοκή της ιστορίας». Αργότερα μέσα στο έτος γράφει στον Λάβκραφτ: «Η τελευταία ιστορία που πούλησα στο Weird Tales — και που μπορεί να είναι η τελευταία φανταστική ιστορία που θα γράψω ποτέ — ήταν για τον Κόναν, η πιο αιματηρή και πιο σέξι παράξενη ιστορία που έγραψα ποτέ. Δεν ήμουν ικανοποιημένος με τον τρόπο που χειριζόμουν τις φθίνουσες φυλές στις ιστορίες μου, για τον λόγο ότι η εκφυλισμός είναι τόσο διαδεδομένος σε τέτοιες φυλές που δεν μπορεί να αγνοηθεί ως κίνητρο και ως γεγονός, αν η μυθοπλασία θέλει να έχει κάποια αξίωση ρεαλισμού. Το αγνόησα σε όλες τις άλλες ιστορίες, ως ένα από τα ταμπού, αλλά δεν το αγνόησα σε αυτή την ιστορία.»
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://gutenberg.org/ebooks/32759
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Algernon Blackwood "Wayfarers" (1914)
Το διήγημα δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο Incredible Adventures, μια συλλογή του Algernon Blackwood, που περιλαμβάνει τρεις νουβέλες και δύο διηγήματα. Αρχικά εκδόθηκε από τον Macmillan το 1914 και επανεκδόθηκε το 2004 από τον Hippocampus Press. Ο H. P. Lovecraft έγραψε ότι "στον τόμο με τίτλο Incredible Adventures περιλαμβάνονται μερικές από τις καλύτερες ιστορίες που έχει γράψει ο συγγραφέας μέχρι σήμερα, οι οποίες μεταφέρουν τη φαντασία σε άγριες τελετές σε νυχτερινούς λόφους, σε μυστικές και τρομακτικές πτυχές που κρύβονται πίσω από ατάραχες σκηνές και σε αδιανόητους θησαυρούς μυστηρίου κάτω από την άμμο και τις πυραμίδες της Αιγύπτου. Όλα αυτά με μια σοβαρή φινέτσα και λεπτότητα που πείθουν, ενώ μια πιο χονδροειδής ή ελαφριά προσέγγιση θα ήταν απλώς διασκεδαστική. Ορισμένες από αυτές τις περιγραφές δεν είναι καθόλου ιστορίες, αλλά μάλλον μελέτες αόριστων εντυπώσεων και μισοξεχασμένων αποσπασμάτων ονείρων. Η πλοκή είναι παντού αμελητέα και η ατμόσφαιρα κυριαρχεί ανεμπόδιστα".
Το «Wayfarers» του Algernon Blackwood αποτελεί ένα χαρακτηριστικό δείγμα της υπαρξιακής ποιητικότητας που διαποτίζει μεγάλο μέρος του έργου του. Πίσω από τη φαινομενικά απλή δραματουργία δύο προσώπων, ο Blackwood συνθέτει μια στοχαστική παραβολή για την ανθρώπινη περιπλάνηση, την εύθραυστη ταυτότητα και τη μυστική κλίση της ψυχής προς κάτι απροσδιόριστα ανώτερο. Το διήγημα δεν εστιάζει στην εξωτερική δράση, αλλά στην εσωτερική κίνηση• εκεί βρίσκεται ο πυρήνας του.
Κεντρικός άξονας είναι η ιδέα του «οδοιπόρου» ως υπαρξιακής συνθήκης: ο άνθρωπος δεν είναι στατικός, αλλά ένα ον που διαρκώς μετακινείται — όχι κατ’ ανάγκην στον χώρο, αλλά ανάμεσα σε καταστάσεις, βιώματα και μεταφυσικά ενδεχόμενα. Ο Blackwood αξιοποιεί το φυσικό περιβάλλον ως καθρέφτη αυτής της πνευματικής πορείας. Η φύση δεν είναι σκηνικό, αλλά ζωντανός συνομιλητής, μια δύναμη που ασκεί έλξη, παρηγορεί και ταυτόχρονα ανησυχεί. Ο κήπος και το ύπαιθρο λειτουργούν ως μεταβατικοί χώροι: ούτε καταφύγιο ούτε απειλή, αλλά όρια όπου ο άνθρωπος μπορεί να «ακουμπήσει» τον εσωτερικό του κραδασμό.
Ο Blackwood επεξεργάζεται εδώ ένα από τα κεντρικά μοτίβα της κοσμοθεωρίας του: το αίσθημα ότι η ζωή υπερβαίνει τα όρια της προσωπικής βιογραφίας. Το υπερφυσικό στα έργα του δεν εμφανίζεται ως φθηνή εκκεντρικότητα, αλλά ως υπόμνηση ότι η πραγματικότητα είναι βαθύτερη από όσο αντιλαμβανόμαστε. Στο «Wayfarers» το στοιχείο αυτό δεν προσλαμβάνει τη μορφή τρόμου — όπως αλλού στο έργο του — αλλά μιας ήπιας μεταφυσικής μελαγχολίας: το ανοίκειο εδώ είναι γαλήνιο, σαν αόρατο ρεύμα που σπρώχνει απαλά τους χαρακτήρες προς «κάπου αλλού», πέρα από το εγώ τους.
Η σχέση των προσώπων διαβάζεται ως συνάντηση δύο ψυχών που βρίσκονται σε όρια μετάβασης. Ο συγγραφέας αποφεύγει τον ρεαλιστικό αναλυτισμό, επιτρέποντας στις σιωπές, στις παύσεις και στις υπαινικτικές χειρονομίες να μεταφέρουν το βάρος. Αυτή η αφαιρετικότητα δημιουργεί μια αίσθηση ότι οι χαρακτήρες δεν ανήκουν μόνο στον εαυτό τους, αλλά και σε έναν ευρύτερο, αόρατο ρυθμό του κόσμου. Ο Blackwood καλλιεργεί μια ιδιότυπη μίξη λυρισμού και στοχαστικής νηφαλιότητας. Η γλώσσα του κινείται ανάμεσα στη απλότητα της ανθρώπινης ομιλίας και στην υπαινικτική ποιητικότητα της φύσης. Η ατμόσφαιρα μοιάζει σχεδόν μουσική: κύματα έντασης που δεν κορυφώνονται ποτέ δραματικά, αλλά σβήνουν αργά, σαν ανάσα ή σαν βήμα που συνεχίζει στον δρόμο.
Τελικά, το «Wayfarers» είναι ένα διήγημα για την αίσθηση ότι όλοι είμαστε περαστικοί — όχι με την απαισιοδοξία της ματαιότητας, αλλά με τη γαλήνη της αποδοχής. Αυτό που μένει δεν είναι το τέλος της πορείας, αλλά η ίδια η κίνηση, η ανοιχτή προοπτική του μονοπατιού και η μυστική, άρρητη συνοδοιπορία των ψυχών.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://algernonblackwood.org/Z-files/Wayfarers.pdf
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Οι τύχες μιας γριάς ξωμερίτισσας και μιας νεαρής Σεφαρδίτισσας διασταυρώνονται, υπό το πνιγηρό πέπλο τού χιονιά, στην τουρκοκρατούμενη Καστοριά˙ παρακινούμενος από το γαμψό χέρι κάποιου σκωπτικού θεού, ο Αφέντης τού ισναφιού των Γουναράδων θα προσπαθήσει να εξαναγκάσει την εκπλήρωση μιας παμπάλαιας προφητείας, ανακαλώντας από την ανθρωποφάγο άβυσσο το θρυλικό Θηρίο τής Λίμνης.
Διήγημα από τη συλλογή ιστοριών τρόμου "Ἐγώ εἰμι τὸ Ψέφος τοῦ κόσμου" (2022):
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός˙ το ζιζάνιο που ριζώνει στο λίκνο των Αιώνων˙ η αστραπή που καταβροχθίζει τα δάση τής Νωθρότητας˙ η θύελλα που διαβρώνει τα βουνά τής Απακμής˙ ο χείμαρρος που σαρώνει τις κοιλάδες τής Αδράνειας και ξεβράζει την ιλύ τής Πλάσης˙ το Πρώτο Κινούν. Έξι ιστορίες για κακόποτμα παρελθόντα και δυσοίωνα παρόντα, σκαλισμένες ευλαβικά στους αρχέγονους γρανίτες τού Τρόμου που φύονται σαν τιτάνιοι μύκητες στο συλλογικό ασυνείδητο των αστικών και αρχαίων μύθων, των λαογραφικών παραδόσεων και των παραμυθιών. Έξι αναπόδραστες παρτίδες, όπου οι τροχιές των ανδρείκελων συγκλίνουν, τέμνονται και αποκλίνουν, καταλήγοντας μονάχα σε ένα ξέπνοο σύρσιμο επάνω στα αδιάφορα κελιά τού Κοσμικού Άβακος. Έξι κολλώδη υφαντά, όπου τα άτακτα νήματα πυκνώνουν, σφίγγονται και στεριώνουν από τα υπερκόσμια χτένια, χαμένα και εκφυλισμένα μες στην περίτεχνη πλέξη τού Άναρχου Αργαλειού. Έξι πολυφωνικές μελωδίες που δοξολογούν ουρλιάζοντας τον κρατήρα τής Δημιουργίας˙ και το διακρότημά τους ανακράζει ως φωνή βροντής: «Ἐγώ εἰμι τὸ Ψέφος τοῦ κόσμου».
Φρικτῶς καὶ ταχέως ἐπιστήσεται ὑμῖν˙ καὶ ἐμπεριπατήσει ἐν ὑμῖν.
Ο Ατρέας Λιμβρός, κατά κόσμον Γιώργος Προφητηλιώτης, γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1990 και πλέον ζει στην Αθήνα. Είναι Διδάκτωρ Μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Έργα του έχουν διακριθεί με Α’ Βραβείο Φαντασίας και Τρόμου στον πανελλήνιο διαγωνισμό φανταστικής λογοτεχνίας «Larry Niven». Η πρώτη του προσωπική συλλογή ιστοριών τρόμου, «Δημώδη ή Δειμώδη; A’: Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός», βραβεύτηκε το 2016 με το Α' Βραβείο Νουβέλας/Συλλογής Διηγημάτων στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Χριστόδουλος Πετρίδης». Οι επτά ιστορίες τής συλλογής «Ἐγώ εἰμι τὸ Ψέφος τοῦ κόσμου» γράφτηκαν την περίοδο 2015-2017.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.openbook.gr/ego-eimi-to-psefos-toy-kosmoy/
Ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Robert Hayward Barlow - Howard Phillips Lovecraft "Till A’ the Seas" (1935)
Το «Till A' the Seas» είναι ένα μετα-αποκαλυπτικό διήγημα των Αμερικανών συγγραφέων τρόμου H.P. Lovecraft και R. H. Barlow (ο οποίος ήταν μόλις 17 ετών τότε). Γράφτηκε τον Ιανουάριο του 1935 και δημοσιεύθηκε το καλοκαίρι του 1935 στο περιοδικό The Californian. Ο τίτλος είναι μια αναφορά στο ποίημα «A Red, Red Rose» του Robert Burns.
Το «Till A’ the Seas» είναι ένα μελαγχολικό και προφητικό διήγημα επιστημονικής φαντασίας που εξερευνά την παρακμή της ανθρωπότητας και την αναπόφευκτη φθορά του κόσμου. Το έργο εντάσσεται στο ύστερο ρεύμα του κοσμικού πεσιμισμού του Lovecraft, αλλά διαφοροποιείται από τα καθαρά «κοσμολογικά» του κείμενα, εστιάζοντας περισσότερο στην οικολογική και ανθρωπολογική παρακμή.
Η ιστορία διαδραματίζεται σε ένα μακρινό μέλλον, όταν ο ήλιος έχει θερμανθεί σε υπερβολικό βαθμό και η Γη έχει γίνει σχεδόν ακατοίκητη. Οι ωκεανοί έχουν εξατμιστεί, τα ποτάμια έχουν στερέψει, και ο άνθρωπος —το άλλοτε κυρίαρχο είδος— έχει περιοριστεί σε μικρές, παρακμιακές φυλές που ζουν μέσα στην απομόνωση και την αμάθεια. Ο ήρωας, Ulsio, είναι ένας από τους τελευταίους επιζώντες ανθρώπους που περιπλανώνται σε έναν έρημο, εχθρικό πλανήτη. Μέσα από την περιπλάνησή του και την αναζήτηση νοήματος, αναδεικνύεται ο τραγικός κύκλος της ύπαρξης: η άνοδος και η πτώση των ειδών, η αδυναμία του ανθρώπου να ξεπεράσει τα όρια της φύσης και του χρόνου.
Το ύφος του διηγήματος είναι λυρικό, αργό και ονειρικό, με έντονη αίσθηση απώλειας και ματαιότητας. Ο Lovecraft, που πιθανότατα επιμελήθηκε ή εμπλούτισε την τελική μορφή του κειμένου, προσδίδει μια κοσμική διάσταση στο όραμα του Barlow: η καταστροφή της Γης δεν παρουσιάζεται ως θεϊκή τιμωρία ή ανθρώπινη ύβρις, αλλά ως αναπόφευκτο φυσικό γεγονός μέσα στη ροή του σύμπαντος. Ο κόσμος του «Till A’ the Seas» είναι ψυχρός, αδιάφορος, και απέραντος — ένα σύμπαν χωρίς σκοπό, όπου ο άνθρωπος είναι απλώς μια παροδική αναλαμπή ζωής.
Στην τελική του σκηνή, όταν ο τελευταίος άνθρωπος πεθαίνει και η Γη σβήνει κάτω από τον ήλιο που φλέγεται, η αφήγηση κορυφώνεται σε έναν κοσμικό ύμνο στο τέλος της ζωής. Δεν υπάρχει λύτρωση, ούτε θεία παρέμβαση — μόνο η σιωπή του σύμπαντος που συνεχίζει ατάραχο. Έτσι, το «Till A’ the Seas» αποτελεί μια ποιητική ελεγεία για το τέλος του ανθρώπινου είδους, ένα υβρίδιο επιστημονικής φαντασίας και λογοτεχνίας του τρόμου, όπου η καταστροφή δεν είναι τιμωρία αλλά φυσική ολοκλήρωση. Με την απλότητα και τη δραματική του δύναμη, το έργο αποτυπώνει τη χαρακτηριστική λαβκραφτική αίσθηση του κοσμικού μηδενισμού — την πεποίθηση πως, μπροστά στην αχανή απεραντοσύνη του χρόνου και του διαστήματος, η ανθρώπινη ύπαρξη δεν είναι παρά ένα παροδικό όνειρο πριν από την αιώνια σιωπή.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://hplovecraft.com/writings/texts/fiction/tas.aspx
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Howard Phillips Lovecraft "The Descendant" (1926)
Το «The Descendant» είναι ένα απόσπασμα από μια ιστορία τρόμου του Αμερικανού συγγραφέα H. P. Lovecraft, που πιστεύεται ότι γράφτηκε το 1926 ή 1927. Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Leaves το 1938, μετά το θάνατο του Lovecraft. Ο Λάβκραφτ ίσως αναφερόταν σε αυτή την απόπειρα συγγραφής ιστορίας όταν έγραψε ότι «μελετούσε πολύ προσεκτικά το Λονδίνο... προκειμένου να συγκεντρώσει υλικό για ιστορίες με πλουσιότερες αρχαιότητες από αυτές που μπορεί να προσφέρει η Αμερική».
Eίναι ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά και μυστηριώδη έργα του, παρά το σύντομο μήκος του. Ο συγγραφέας συνδυάζει την γοτθική αισθητική με τον κοσμικό τρόμο, παρουσιάζοντας έναν απόγονο αρχαίας αριστοκρατικής γενιάς που βασανίζεται από μνήμες και αποκαλύψεις για το παρελθόν της ανθρωπότητας. Μέσα από τον διάλογο και την υπαινικτική αφήγηση, ο Lovecraft εξερευνά τη σχέση ανάμεσα στη γνώση και τον τρόμο, υπονοώντας πως η αλήθεια για την προέλευση του ανθρώπου και τα αρχέγονα όντα του σύμπαντος είναι κάτι που ο νους δύσκολα αντέχει. Παρά την ημιτελή μορφή του, το κείμενο αποπνέει τη χαρακτηριστική κοσμική απαισιοδοξία και τη μεγαλοπρέπεια του άγνωστου που διαπερνούν όλο το έργο του Lovecraft.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://hplovecraft.com/writings/texts/fiction/de.aspx
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Ένας ηλικιωμένος αββάς, σκεβρωμένος από το βάρος ενός αμφίβολου παρελθόντος, καλείται από μια καλόγρια να εκπληρώσει ένα χρέος, ένα έκτακτο διακόνημα, σε ένα μικρό ασκητικό χωριό που έχει ξεχαστεί από τον χρόνο μες στα κατάξερα χώματα κάποιας αρρωστιάρικης ερήμου˙ βάζοντας στις μοναχές κανόνα, όχι με τα λόγια αλλά με τη ζωή του, θα προσπαθήσει να τις εκτρέψει από την επικίνδυνη οδό τής έπαρσης.
Διήγημα από τη συλλογή ιστοριών τρόμου "Ἐγώ εἰμι τὸ Ψέφος τοῦ κόσμου" (2022):
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός˙ το ζιζάνιο που ριζώνει στο λίκνο των Αιώνων˙ η αστραπή που καταβροχθίζει τα δάση τής Νωθρότητας˙ η θύελλα που διαβρώνει τα βουνά τής Απακμής˙ ο χείμαρρος που σαρώνει τις κοιλάδες τής Αδράνειας και ξεβράζει την ιλύ τής Πλάσης˙ το Πρώτο Κινούν. Έξι ιστορίες για κακόποτμα παρελθόντα και δυσοίωνα παρόντα, σκαλισμένες ευλαβικά στους αρχέγονους γρανίτες τού Τρόμου που φύονται σαν τιτάνιοι μύκητες στο συλλογικό ασυνείδητο των αστικών και αρχαίων μύθων, των λαογραφικών παραδόσεων και των παραμυθιών. Έξι αναπόδραστες παρτίδες, όπου οι τροχιές των ανδρείκελων συγκλίνουν, τέμνονται και αποκλίνουν, καταλήγοντας μονάχα σε ένα ξέπνοο σύρσιμο επάνω στα αδιάφορα κελιά τού Κοσμικού Άβακος. Έξι κολλώδη υφαντά, όπου τα άτακτα νήματα πυκνώνουν, σφίγγονται και στεριώνουν από τα υπερκόσμια χτένια, χαμένα και εκφυλισμένα μες στην περίτεχνη πλέξη τού Άναρχου Αργαλειού. Έξι πολυφωνικές μελωδίες που δοξολογούν ουρλιάζοντας τον κρατήρα τής Δημιουργίας˙ και το διακρότημά τους ανακράζει ως φωνή βροντής: «Ἐγώ εἰμι τὸ Ψέφος τοῦ κόσμου».
Φρικτῶς καὶ ταχέως ἐπιστήσεται ὑμῖν˙ καὶ ἐμπεριπατήσει ἐν ὑμῖν.
Ο Ατρέας Λιμβρός, κατά κόσμον Γιώργος Προφητηλιώτης, γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1990 και πλέον ζει στην Αθήνα. Είναι Διδάκτωρ Μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Έργα του έχουν διακριθεί με Α’ Βραβείο Φαντασίας και Τρόμου στον πανελλήνιο διαγωνισμό φανταστικής λογοτεχνίας «Larry Niven». Η πρώτη του προσωπική συλλογή ιστοριών τρόμου, «Δημώδη ή Δειμώδη; A’: Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός», βραβεύτηκε το 2016 με το Α' Βραβείο Νουβέλας/Συλλογής Διηγημάτων στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Χριστόδουλος Πετρίδης». Οι επτά ιστορίες τής συλλογής «Ἐγώ εἰμι τὸ Ψέφος τοῦ κόσμου» γράφτηκαν την περίοδο 2015-2017.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.openbook.gr/ego-eimi-to-psefos-toy-kosmoy/
Ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Ένα ζευγάρι σακατεμένων ζητιάνων αγωνίζονται με νύχια και με δόντια, μέσα στα παγωμένα χνώτα τής άκαρδης χριστουγεννιάτικης μεγαλούπολης, όχι για να εξασφαλίσουν τον άρτο τον επιούσιο αλλά για να εξαγοράσουν λίγο χώρο στον Παράδεισο, προσελκύοντας με τις προκλητικές ενέργειές τους το αδιασάλευτο βλέμμα τής πιο αρχέγονης δύναμης στην Πλάση.
Διήγημα από τη συλλογή ιστοριών τρόμου "Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός" (2014):
Επτά ιστορίες πύρινης τρέλας, ταγμένες στην υπηρεσία τού τρόμου και του μαγικού ρεαλισμού, ελλοχεύουν καρτερικά πίσω από τις μαύρες συστάδες των φθόγγων, στα τρίστρατα των λευκών αφηγηματικών μονοπατιών. Επτά ανεξάρτητοι μίτοι περιπλέκονται στις ανήλιαγες στοές τής αντίληψης του αναγνώστη, περιμένοντας καρτερικά την αποπλεξία τους. Ώσπου τελικά να φανερωθεί πως ήταν ανέκαθεν νημάτινες θηλιές˙ κι ο Θησέας, ο Μινώταυρος κι η Αριάδνη, σε κάθε τους ενσάρκωση, κυκλοπορούσαν, ισορροπώντας πάνω τους. Επτά εν είδει ουροβόρου κυνηγητά -όπου οι ρόλοι τού θύτη και του θύματος εκφυλίζονται και κατασπαράζονται αδιακρίτως από το κερδαλεόφρον Σκότος- υπαινίσσονται, με αναίδεια και παρρησία, πως ο Άνθρωπος του αστικού και αρχαίου μύθου, της λαογραφίας και του παραμυθιού είναι ο καρπός ενός ζιζανίου που ριζώνει στο λίκνο των Αιώνων: ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός.
Ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, καὶ οὐδεὶς δύναται σταθῆναι.
Ο Ατρέας Λιμβρός, κατά κόσμον Γιώργος Προφητηλιώτης, γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1990 και πλέον ζει στην Αθήνα. Είναι Διδάκτωρ Μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Έργα του έχουν διακριθεί με Α’ Βραβείο Φαντασίας και Τρόμου στον πανελλήνιο διαγωνισμό φανταστικής λογοτεχνίας «Larry Niven». Η πρώτη του προσωπική συλλογή ιστοριών τρόμου, «Δημώδη ή Δειμώδη; A’: Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός», βραβεύτηκε το 2016 με το Α' Βραβείο Νουβέλας/Συλλογής Διηγημάτων στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Χριστόδουλος Πετρίδης». Οι επτά ιστορίες τής συλλογής «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός» γράφτηκαν την περίοδο 2011-2013.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.openbook.gr/en-archi-in-o-loigos/
Ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Algernon Blackwood "The Willows" (1907)
Το «The Willows» είναι μια νουβέλα του Άγγλου συγγραφέα Άλτζερνον Μπλάκγουντ, που αρχικά δημοσιεύθηκε ως μέρος της συλλογής του «The Listener and Other Stories» το 1907. Είναι ένα από τα πιο γνωστά έργα του Μπλάκγουντ και έχει επηρεάσει πολλούς μεταγενέστερους συγγραφείς. Ο συγγραφέας τρόμου Χ. Φ. Λάβκραφτ το θεωρούσε το καλύτερο υπερφυσικό διήγημα της αγγλικής λογοτεχνίας, «Εδώ η τέχνη και η συγκράτηση στην αφήγηση φτάνουν στο αποκορύφωμά τους, και δημιουργείται μια εντύπωση διαρκούς συγκίνησης χωρίς ούτε ένα τεταμένο απόσπασμα ή μια ψευδή νότα».
Η ιστορία του Μπλάκγουντ είναι μια κλασική γοτθική ιστορία τρόμου. Με αυτό κατά νου, ο τρόμος αναδύεται σιγά-σιγά καθώς κάθε παράξενο περιστατικό κορυφώνεται. Αν και προκάλεσα σπόιλερ για το τέλος παραπάνω, το να διαβάσετε ολόκληρη την ιστορία είναι μια διαφορετική υπόθεση. Οι υπερφυσικές περιγραφές του Μπλάκγουντ είναι εύστοχες, και οι δύο βραδιές που οι άντρες περνούν στην ύπαιθρο είναι πραγματικά ασυνήθιστες.
Επιπλέον, ο Μπλάκγουντ έχει την εκπληκτική ικανότητα να σοκάρει και να τρομάζει τους αναγνώστες μόνο με την λεπτότητα του. Οι ιτιές προκαλούν φόβο, αλλά δεν είναι ακριβώς σαφές τι είναι αυτό. Ο Μπλάκγουντ ισορροπεί αυτό το στοιχείο πολύ καλά.
Ο αφηγητής σχολιάζει το νησί στο ακόλουθο απόσπασμα:
"Απάτητο από τον άνθρωπο, σχεδόν άγνωστο στον άνθρωπο, βρισκόταν εκεί κάτω από το φεγγάρι, μακριά από την ανθρώπινη επιρροή, στα σύνορα ενός άλλου κόσμου, ενός ξένου κόσμου, ενός κόσμου που κατοικούν μόνο ιτιές και οι ψυχές τους. Και εμείς, στην απερισκεψία μας, τολμήσαμε να εισβάλουμε, ακόμη και να το χρησιμοποιήσουμε! Κάτι περισσότερο από τη δύναμη του μυστηρίου του με συγκίνησε καθώς ξάπλωνα στην άμμο, με τα πόδια προς τη φωτιά, και κοίταζα τα αστέρια μέσα από τα φύλλα."
Ο υπερφυσικός τρόμος που βιώνουν αυτοί οι δύο άνδρες δεν χρειάζεται βαθιά εξήγηση. Είναι μια ιστορία για τα λεπτά τείχη της πραγματικότητας που δίνουν τη θέση τους σε άλλους κόσμους και πιθανώς σε κακόβουλες θεότητες. Και αυτοί οι θεοί απαιτούν θυσίες. Ταιριάζει καλά με τις συμβάσεις του γοτθικού είδους τρόμου.
Το «The Willows» του Μπλάκγουντ είναι μια δημοφιλής ιστορία που θα μπορούσε να ταιριάξει καλά με τα αινιγματικά σκοτεινά επεισόδια του αμερικανικού παγανισμού στη μυθοπλασία και τη λογοτεχνία (Harvest Home και The Wicker Man). Το «The Willows» είναι λαογραφία. Κατά συνέπεια, η ιστορία είναι μια προειδοποίηση προς την ανθρωπότητα: προσέξτε τα φαντάσματα της φύσης, μην παρεμβαίνετε σε απάτητα μονοπάτια και να είστε προσεκτικοί σε ανεξερεύνητες περιοχές.
Για να μην πληρώσετε το τίμημα.
Πηγή ανάλυσης:
https://thewritingpost.com/2024/09/15/the-willows-by-algernon-blackwood/
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.gutenberg.org/ebooks/11438
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Ένας ανυποψίαστος γευσιγνώστης επισκέπτεται έναν ζεστό και φιλικό ξενώνα ενός ορεινού χωριού, στους πρόποδες του Παγγαίου Όρους, για να δοκιμάσει το θρυλικό φλογερό κρασί μιας δυσεύρετης τοπικής ποικιλίας σταφυλιών˙ ένας γευστικός πόθος που θα τον φέρει κατά πρόσωπο με την αιχμή τού δόρατος μιας μανιασμένης θεϊκής εκδίκησης.
Διήγημα από τη συλλογή ιστοριών τρόμου "Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός" (2014):
Επτά ιστορίες πύρινης τρέλας, ταγμένες στην υπηρεσία τού τρόμου και του μαγικού ρεαλισμού, ελλοχεύουν καρτερικά πίσω από τις μαύρες συστάδες των φθόγγων, στα τρίστρατα των λευκών αφηγηματικών μονοπατιών. Επτά ανεξάρτητοι μίτοι περιπλέκονται στις ανήλιαγες στοές τής αντίληψης του αναγνώστη, περιμένοντας καρτερικά την αποπλεξία τους. Ώσπου τελικά να φανερωθεί πως ήταν ανέκαθεν νημάτινες θηλιές˙ κι ο Θησέας, ο Μινώταυρος κι η Αριάδνη, σε κάθε τους ενσάρκωση, κυκλοπορούσαν, ισορροπώντας πάνω τους. Επτά εν είδει ουροβόρου κυνηγητά -όπου οι ρόλοι τού θύτη και του θύματος εκφυλίζονται και κατασπαράζονται αδιακρίτως από το κερδαλεόφρον Σκότος- υπαινίσσονται, με αναίδεια και παρρησία, πως ο Άνθρωπος του αστικού και αρχαίου μύθου, της λαογραφίας και του παραμυθιού είναι ο καρπός ενός ζιζανίου που ριζώνει στο λίκνο των Αιώνων: ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός.
Ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, καὶ οὐδεὶς δύναται σταθῆναι.
Ο Ατρέας Λιμβρός, κατά κόσμον Γιώργος Προφητηλιώτης, γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1990 και πλέον ζει στην Αθήνα. Είναι Διδάκτωρ Μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Έργα του έχουν διακριθεί με Α’ Βραβείο Φαντασίας και Τρόμου στον πανελλήνιο διαγωνισμό φανταστικής λογοτεχνίας «Larry Niven». Η πρώτη του προσωπική συλλογή ιστοριών τρόμου, «Δημώδη ή Δειμώδη; A’: Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός», βραβεύτηκε το 2016 με το Α' Βραβείο Νουβέλας/Συλλογής Διηγημάτων στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Χριστόδουλος Πετρίδης». Οι επτά ιστορίες τής συλλογής «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός» γράφτηκαν την περίοδο 2011-2013.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.openbook.gr/en-archi-in-o-loigos/
Ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Η πείνα ενός νεαρού αστυνομικού για ιεραρχική ανέλιξη και εξουσία θα τον οδηγήσει, με τις ομόφωνες ευλογίες τού Σώματος, στην αηδιαστική αγκαλιά τού υποκόσμου τής Αθήνας των Ολυμπιακών Αγώνων τού 2004, με σκοπό τη σύναψη μιας συνωμοτικής συμφωνίας για τον άμεσο καθαρισμό των δρόμων τής μητρόπολης από τα σιχαμερά αδέσποτα.
Διήγημα από τη συλλογή ιστοριών τρόμου "Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός" (2014):
Επτά ιστορίες πύρινης τρέλας, ταγμένες στην υπηρεσία τού τρόμου και του μαγικού ρεαλισμού, ελλοχεύουν καρτερικά πίσω από τις μαύρες συστάδες των φθόγγων, στα τρίστρατα των λευκών αφηγηματικών μονοπατιών. Επτά ανεξάρτητοι μίτοι περιπλέκονται στις ανήλιαγες στοές τής αντίληψης του αναγνώστη, περιμένοντας καρτερικά την αποπλεξία τους. Ώσπου τελικά να φανερωθεί πως ήταν ανέκαθεν νημάτινες θηλιές˙ κι ο Θησέας, ο Μινώταυρος κι η Αριάδνη, σε κάθε τους ενσάρκωση, κυκλοπορούσαν, ισορροπώντας πάνω τους. Επτά εν είδει ουροβόρου κυνηγητά -όπου οι ρόλοι τού θύτη και του θύματος εκφυλίζονται και κατασπαράζονται αδιακρίτως από το κερδαλεόφρον Σκότος- υπαινίσσονται, με αναίδεια και παρρησία, πως ο Άνθρωπος του αστικού και αρχαίου μύθου, της λαογραφίας και του παραμυθιού είναι ο καρπός ενός ζιζανίου που ριζώνει στο λίκνο των Αιώνων: ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός.
Ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, καὶ οὐδεὶς δύναται σταθῆναι.
Ο Ατρέας Λιμβρός, κατά κόσμον Γιώργος Προφητηλιώτης, γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1990 και πλέον ζει στην Αθήνα. Είναι Διδάκτωρ Μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Έργα του έχουν διακριθεί με Α’ Βραβείο Φαντασίας και Τρόμου στον πανελλήνιο διαγωνισμό φανταστικής λογοτεχνίας «Larry Niven». Η πρώτη του προσωπική συλλογή ιστοριών τρόμου, «Δημώδη ή Δειμώδη; A’: Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός», βραβεύτηκε το 2016 με το Α' Βραβείο Νουβέλας/Συλλογής Διηγημάτων στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Χριστόδουλος Πετρίδης». Οι επτά ιστορίες τής συλλογής «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός» γράφτηκαν την περίοδο 2011-2013.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.openbook.gr/en-archi-in-o-loigos/
Ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Robert E. Howard "The Devil in Iron" (1934)
Το «The Devil in Iron» είναι μία από τις πρωτότυπες ιστορίες του Αμερικανού συγγραφέα Robert E. Howard για τον ήρωα της ξιφομαχίας και της μαγείας Conan the Cimmerian, που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο Weird Tales τον Αύγουστο του 1934. Ο Howard κέρδισε 115 δολάρια για τη δημοσίευση αυτής της ιστορίας.
"Αφήνοντας τη Ζαμπούλα, ο Κόναν κατευθύνεται δυτικά με το Αστέρι της Κοράλα προς τα λιβάδια του Σέμ. Δεν υπάρχει καμία αναφορά για το αν φτάνει στο Οφίρ με το αστέρι και διεκδικεί το χρυσάφι ή αν το χάνει από κάποιον κλέφτη ή κάποια γυναίκα στο δρόμο. Σε κάθε περίπτωση, τα κέρδη δεν θα του έφτασαν για πολύ. Κάνει μια άλλη σύντομη επίσκεψη στην πατρίδα του, την Κιμμερία, όπου βρίσκει τους παλιούς του φίλους νεκρούς και τους παλιούς τρόπους πιο βαρετούς από ποτέ. Όταν μαθαίνει ότι οι Κοζάκι έχουν ανακτήσει την παλιά τους δύναμη και κάνουν τη ζωή του βασιλιά Γεζντιγκάρντ όσο το δυνατόν πιο δυστυχισμένη, παίρνει το άλογο και το σπαθί του και επιστρέφει στην καταστροφή του Τουράν. Αν και ο βόρειος φτάνει με άδεια χέρια, έχει παλιούς φίλους τόσο μεταξύ των Κοζάκι όσο και μεταξύ της Κόκκινης Αδελφότητας της Θάλασσας Βιλαγιέτ. Τώρα, σημαντικές ομάδες και από τις δύο ομάδες παράνομων λειτουργούν υπό τις διαταγές του και βρίσκουν λάφυρα καλύτερα από ποτέ." (Κόναν ο Περιπλανώμενος)
Η πλοκή εκτυλίσσεται στο νησί Khazar, όπου ένας αρχαίος, δαιμονικός μάγος, ο Khosatral Khel, ξυπνά έπειτα από αιώνες ύπνου. Είναι μια υπερφυσική φιγούρα από μέταλλο και σάρκα, σχεδόν άτρωτος, που επανέρχεται για να ξαναχτίσει το χαμένο του βασίλειο. Ο Κόναν, αρχηγός μισθοφόρων εκείνη την περίοδο, παρασύρεται σε μια παγίδα από τους εχθρούς του και βρίσκεται αντιμέτωπος με τον αθάνατο μάγο, αλλά και με τις ίντριγκες που τον έφεραν στο νησί.
Η ιστορία αναδεικνύει πολλά από τα κεντρικά μοτίβα του Howard:
Η πάλη του ανθρώπου ενάντια στο υπερφυσικό – ο Κόναν, με τη βαρβαρική του θέληση και τη σωματική του δύναμη, συγκρούεται με μια πανάρχαια οντότητα.
Το μοτίβο του χαμένου πολιτισμού – τα ερείπια του νησιού και η ανάσταση του μάγου συμβολίζουν την παρακμή και την κυκλική φύση της ιστορίας.
Ο ηρωισμός απέναντι στην παρακμή – ο Κόναν αντιπροσωπεύει το ζωντανό, το άγριο και το ανθεκτικό, σε αντίθεση με τον εκφυλισμένο και παρακμιακό κόσμο της μαγείας.
Συνολικά, το The Devil in Iron είναι μια τυπική, αλλά δυνατή ιστορία του Howard, όπου η γοητεία της περιπέτειας, η σκοτεινή ατμόσφαιρα και η αντιπαράθεση ανάμεσα στη βαρβαρότητα και τον εκφυλισμένο πολιτισμό συνδυάζονται με το μυστήριο του υπερφυσικού.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.gutenberg.org/ebooks/42259
Η εικόνα είναι το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Ένας δημαγωγικός θρησκευτικός ηγέτης μιας εθνικιστικής μεινότητας θέτει σε εφαρμογή το τελικό στάδιο ενός μεγαλεπήβολου σχεδίου απελευθέρωσης των κατεχόμενων πατρώων εδαφών τού προ πολλού ξεχασμένου λαού του: την περίλαμπρη τελετή επίκλησης της επιφάνειας ενός αρχαίου κοιμώμενου θεού τής προκολομβιανής Αμερικής.
Διήγημα από τη συλλογή ιστοριών τρόμου "Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός" (2014):
Επτά ιστορίες πύρινης τρέλας, ταγμένες στην υπηρεσία τού τρόμου και του μαγικού ρεαλισμού, ελλοχεύουν καρτερικά πίσω από τις μαύρες συστάδες των φθόγγων, στα τρίστρατα των λευκών αφηγηματικών μονοπατιών. Επτά ανεξάρτητοι μίτοι περιπλέκονται στις ανήλιαγες στοές τής αντίληψης του αναγνώστη, περιμένοντας καρτερικά την αποπλεξία τους. Ώσπου τελικά να φανερωθεί πως ήταν ανέκαθεν νημάτινες θηλιές˙ κι ο Θησέας, ο Μινώταυρος κι η Αριάδνη, σε κάθε τους ενσάρκωση, κυκλοπορούσαν, ισορροπώντας πάνω τους. Επτά εν είδει ουροβόρου κυνηγητά -όπου οι ρόλοι τού θύτη και του θύματος εκφυλίζονται και κατασπαράζονται αδιακρίτως από το κερδαλεόφρον Σκότος- υπαινίσσονται, με αναίδεια και παρρησία, πως ο Άνθρωπος του αστικού και αρχαίου μύθου, της λαογραφίας και του παραμυθιού είναι ο καρπός ενός ζιζανίου που ριζώνει στο λίκνο των Αιώνων: ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός.
Ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, καὶ οὐδεὶς δύναται σταθῆναι.
Ο Ατρέας Λιμβρός, κατά κόσμον Γιώργος Προφητηλιώτης, γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1990 και πλέον ζει στην Αθήνα. Είναι Διδάκτωρ Μηχανικός τού Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Έργα του έχουν διακριθεί με Α’ Βραβείο Φαντασίας και Τρόμου στον πανελλήνιο διαγωνισμό φανταστικής λογοτεχνίας «Larry Niven». Η πρώτη του προσωπική συλλογή ιστοριών τρόμου, «Δημώδη ή Δειμώδη; A’: Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός», βραβεύτηκε το 2016 με το Α' Βραβείο Νουβέλας/Συλλογής Διηγημάτων στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Χριστόδουλος Πετρίδης». Οι επτά ιστορίες τής συλλογής «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λοιγός» γράφτηκαν την περίοδο 2011-2013.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://www.openbook.gr/en-archi-in-o-loigos/
Ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: Edgar Rice Burroughs "A Princess of Mars" (1912)
Η Πριγκίπισσα του Άρη είναι ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Αμερικανού συγγραφέα Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ, το πρώτο της σειράς του Μπαρσούμ. Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες στο περιοδικό All-Story Magazine από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούλιο του 1912. Γεμάτο ξιφομαχίες και τολμηρές πράξεις, το μυθιστόρημα θεωρείται κλασικό παράδειγμα της λαϊκής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Είναι επίσης ένα σημαντικό παράδειγμα του planetary romance, ενός υποείδους της επιστημονικής φαντασίας που έγινε πολύ δημοφιλές στις δεκαετίες που ακολούθησαν τη δημοσίευσή του. Τα πρώτα κεφάλαιά του περιέχουν επίσης στοιχεία του Western. Η ιστορία διαδραματίζεται στον Άρη, έναν πλανήτη που πεθαίνει. Αυτή η εικόνα του Άρη βασίστηκε στο έργο του αστρονόμου Percival Lowell, του οποίου οι ιδέες έγιναν ευρέως δημοφιλείς στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα.
Αυτό το βιβλίο και η σειρά του θεωρούνται πρώιμες πηγές έμπνευσης για πολλούς μεταγενέστερους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, όπως οι Robert A. Heinlein, Arthur C. Clarke και Ray Bradbury. Ο Bradbury θαύμαζε τις συναρπαστικές ιστορίες του Burroughs, οι οποίες αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για το έργο του The Martian Chronicles (1950), το οποίο χρησιμοποιούσε παρόμοιες ιδέες για έναν πλανήτη Άρη που πεθαίνει. Τα μυθιστορήματα Barsoom του Burroughs έχουν επίσης αναφερθεί ως πρότυπο για το έργο του H. P. Lovecraft The Dream-Quest of Unknown Kadath.
Η σειρά Barsoom του Burroughs ήταν δημοφιλής στους Αμερικανούς αναγνώστες, συμβάλλοντας στην ενθάρρυνση της υποστήριξής τους προς το διαστημικό πρόγραμμα των ΗΠΑ, καθώς και στους επιστήμονες που μεγάλωσαν διαβάζοντας τα μυθιστορήματα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται πρωτοπόροι της έρευνας για την εξερεύνηση του διαστήματος και την αναζήτηση ζωής σε άλλους πλανήτες. Ο επιστήμονας Carl Sagan διάβασε τα βιβλία όταν ήταν μικρός και συνέχισαν να επηρεάζουν τη φαντασία του μέχρι την ενηλικίωσή του. Θυμόταν το Barsoom ως «έναν κόσμο με ερειπωμένες πόλεις, κανάλια που περιβάλλουν τον πλανήτη, τεράστια αντλιοστάσια — μια φεουδαρχική τεχνολογική κοινωνία». Για δύο δεκαετίες, ένας χάρτης του πλανήτη, όπως τον φαντάστηκε ο Burroughs, κρεμόταν στο διάδρομο έξω από το γραφείο του Sagan στο Πανεπιστήμιο Cornell. Ο συγγραφέας-εικονογράφος Mark Rogers σατίρισε τη σειρά Barsoom στο δεύτερο βιβλίο Samurai Cat. Τα μυθιστορήματα που βασίζονται στο RPG TSR Buck Rogers έχουν μια στρατιωτική ακαδημία στον Άρη που ονομάζεται John Carter Academy, στην οποία φοιτά ένας από τους χαρακτήρες της σειράς. Οι ιστορίες Lin Carter Callisto είναι εν μέρει φόρος τιμής στον John Carter.
Η Asylum κυκλοφόρησε μια ταινία μεγάλου μήκους απευθείας σε DVD βασισμένη στο μυθιστόρημα, με τίτλο "Princess of Mars", στις 29 Δεκεμβρίου 2009. Η παραγωγή μιας ταινίας μεγάλου μήκους βασισμένης στο μυθιστόρημα είχε επιχειρηθεί και εγκαταλειφθεί πολλές φορές. Ο αρχικός τίτλος της ήταν A Princess of Mars, αλλά μετονομάστηκε σε John Carter of Mars και στη συνέχεια απλά σε John Carter κατά τη διάρκεια της προπαραγωγής. Αρχικά επρόκειτο να κυκλοφορήσει το 2006, με σκηνοθέτη τον Jon Favreau και παραγωγό τον Harry Knowles του Ain't It Cool News. Το "John Carter" παρήχθη από την Walt Disney Pictures και σκηνοθετήθηκε από τον Andrew Stanton. Ο Taylor Kitsch και η Lynn Collins υποδύονται τους John Carter και Dejah Thoris. Ο Willem Dafoe, η Polly Walker και ο James Purefoy υποδύονται τους Tars Tarkas, Sarkoja και Kantos, αντίστοιχα. Η ταινία κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ στις 9 Μαρτίου 2012.
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://gutenberg.org/ebooks/62
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.
Τίτλος πρωτότυπου: H. P. Lovecraft "The Quest of Iranon" (1921)
Το «The Quest of Iranon» είναι ένα φανταστικό διήγημα του Αμερικανού συγγραφέα H. P. Lovecraft. Γράφτηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1921 και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο τεύχος Ιουλίου/Αυγούστου 1935 του περιοδικού Galleon. Αργότερα ανατυπώθηκε στο Weird Tales το 1939.
Είναι μια ιστορία που αποκλίνει από τον παραδοσιακό κοσμικό τρόμο του συγγραφέα και εξερευνά έναν πιο μελαγχολικό και αιθέριο κόσμο. Ερευνά τα θέματα της αφήγησης, τον συμβολισμό και τη θέση της στο έργο του Lovecraft, προσφέροντας μια σε βάθος αξιολόγηση τόσο για τους μελετητές του Lovecraft όσο και για τους περιστασιακούς αναγνώστες.
Το «The Quest of Iranon» αφηγείται την ιστορία ενός χρυσόμαλλου, αιώνιου βάρδου που αναζητά την πόλη της γέννησής του, την Αίρα, μια πόλη απερίγραπτης ομορφιάς και ευτυχίας. Η αόριστη και εφήμερη φύση αυτής της πόλης θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως σύμβολο του ανέφικτου ιδεαλισμού, της λαχτάρας για ένα ανεπανόρθωτο παρελθόν ή της ψευδαίσθησης της τελειότητας που συχνά κυνηγούν οι άνθρωποι. Το κυρίαρχο θέμα της αφήγησης, τα όνειρα έναντι της πραγματικότητας, συντονίζεται έντονα με άλλες ιστορίες του Λάβκραφτ που ανήκουν στον κύκλο των ονείρων.
Ένα από τα κύρια σημεία κριτικής της ιστορίας είναι η σημαντική απόκλισή της από το συνηθισμένο στυλ του Λάβκραφτ. Οι αναγνώστες που περιμένουν τέρατα με πλοκάμια να παραμονεύουν στον άβυσσο μπορεί να απογοητευτούν από αυτό το συγκινητικό και στοχαστικό έργο. Η ιστορία εμβαθύνει σε μια διαφορετική μορφή τρόμου: αυτόν της συνειδητοποίησης και της απογοήτευσης που προέρχεται από τα όνειρα που δεν πραγματοποιήθηκαν.
Παρά την απόκλισή του από το παραδοσιακό στυλ του Λάβκραφτ, το «The Quest of Iranon» επιδεικνύει αριστοτεχνική χρήση της γλώσσας, χρησιμοποιώντας ποιητική πρόζα για να αποδώσει την αιθέρια ποιότητα της αφήγησης. Ωστόσο, ορισμένοι μπορεί να υποστηρίξουν ότι αυτή η εξαιρετικά περίτεχνη γλώσσα συσκοτίζει το μήνυμα της ιστορίας, καθιστώντας την δύσκολη στην ανάγνωση για όσους δεν είναι συνηθισμένοι σε τόσο πλούσια έκφραση.
Παρ' όλα αυτά, η ιστορία προσφέρει μια ενδιαφέρουσα μελέτη της ενασχόλησης του Λάβκραφτ με υπαρξιακά θέματα. Η αναζήτηση του Ιράνον μπορεί να θεωρηθεί ως μια μεταφορά για την ανθρώπινη ζωή — μια ατέρμονη αναζήτηση χαμένων ονείρων και περασμένης δόξας. Η ιστορία αντανακλά την αίσθηση νοσταλγίας του Λάβκραφτ και την επιθυμία του για ένα αισθητικοποιημένο παρελθόν, κάτι που οι μελετητές έχουν επισημάνει ως επαναλαμβανόμενο θέμα στα έργα του.
Αν και η ιστορία μοιάζει με τις ιστορίες του Dreamlands, ξεχωρίζει στο έργο του Λάβκραφτ λόγω της ατμόσφαιρας και του στυλ της. Αυτή η ιστορία βυθίζεται στο συγκινητικά όμορφο αντί να επικεντρώνεται στο τρομακτικά τερατώδες, διευρύνοντας έτσι τις διαστάσεις του τρόμου του Λάβκραφτ.
Συμπερασματικά, το «The Quest of Iranon» μπορεί να είναι ένα έργο που διχάζει τους λάτρεις του Λάβκραφτ. Ενώ ορισμένοι μπορεί να το θεωρήσουν μια μη εμπνευσμένη παρέκκλιση από τον συνηθισμένο κοσμικό τρόμο του Λάβκραφτ, άλλοι μπορεί να το εκτιμήσουν ως μια λεπτή εξερεύνηση του υπαρξιακού τρόμου και της ψευδαίσθησης των ονείρων. Η απόκλισή του από τα συμβατικά θέματα του Λάβκραφτ καταδεικνύει την ευελιξία του ως συγγραφέα και εμπλουτίζει την κατανόησή μας για το συνολικό του έργο.
Σε ένα σημείο, ο Ιράνον λέει ότι «έζησε για πολύ καιρό στην Ολάθοε, στη γη του Λόμαρ», μια αναφορά στο σκηνικό του διηγήματος του Λάβκραφτ «Πολάρης». Αυτό υποδηλώνει ότι «Η Αναζήτηση του Ιρανόν» διαδραματίζεται στον ίδιο κόσμο και την ίδια εποχή με το «Πολάρις», δηλαδή σε μια προϊστορική Γη περίπου το 24.000 π.Χ. Ο Ιρανόν δήλωσε επίσης «Εγώ... έχω ατενίσει το έλος όπου κάποτε βρισκόταν το Σάρναθ», μια αναφορά στο «Η Καταστροφή που έπληξε το Σάρναθ».
Το έργο υπάρχει ελευθέρα διαθέσιμο εδώ:
https://gutenberg.org/ebooks/73182
Μετάφραση και ανάγνωση Γρηγόριος Καλογιάννης
Η ηχογράφηση δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση και ενσωμάτωση, με αναφορά στην πηγή και τους δημιουργούς.